Στὴν ἀσιατικὴ παραλία τοῦ Βοσπόρου, ἡ ἀρχαιότατη Χαλκηδὼν τῶν Μεγαρέων, προέκταση τῆς βυζαντινῆς Κωνσταντινουπόλεως, εἶναι σήμερα ἕνα ἀπὸ τὰ πιὸ πολυάνθρωπα προάστια τῆς Πόλης καὶ ἕδρα τῆς ὁμώνυμης Μητροπόλεως.
Ὁ ναὸς τῆς Ἁγίας Εὐφημίας δὲν ἔχει καμιὰ σχέση μὲ τὸν περίλαμπρο ναὸ ποὺ εἶχε χτίσει, πάνω στὸν τάφο τῆς Ἁγίας, ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος, καὶ κατὰ τὸν Σκαρλᾶτο Βυζάντιο, δὲν εἶναι κὰν χτισμένος στὸ ἴδιο σημεῖο.
Ὁ ἀρχαῖος ναὸς πρέπει νὰ ἐξαφανίστηκε γύρω στὰ 1555 καί ὅσοι ἀπὸ τοὺς χριστιανοὺς δὲν ἐγκατέλειψαν τότε τὴν περιοχή, συγκεντρώθηκαν γύρω ἀπὸ τὴν ἀρχαία Μονὴ τῆς Ἁγίας Βάσσης. Ἡ μονὴ μετονομάσθηκε σὲ Μονὴ Ἁγίας Εὐφημίας καὶ τὸ 1694 οἰκοδομήθηκε ὁ ναὸς ὁ ὁποῖος καὶ ἐπανιδρύθηκε τὸ 1832.
Στὴν ἐξωτερικὴ πλευρὰ τῆς μάνδρας ποὺ περικλείει τὸ ἐκκλησιαστικὸ συγκρότημα εἶναι ἐνσωματωμένη μιὰ θαυμάσια ὀθωμανικὴ κρήνη. Μπαίνοντας στὸν αὐλόγυρο ἀντικρίζουμε ἀπέναντι δεξιά, τὸ κτήριο τῶν γραφείων καὶ τάφους τῆς οἰκογενείας Ζαχάρωφ.
Ἡ ἐκκλησία ἔχει περίεργο σχῆμα. Ἀπὸ τὸν νάρθηκα μπαίνει κανεὶς σὲ ἄλλον νάρθηκα καὶ ἀπὸ ἐκεῖ στὸν κυρίως ναό. Σύμφωνα μὲ μία λαϊκὴ παράδοση, τὸν ναὸ ἔχτισε τὴν περίοδο τῶν διωγμῶν, ἡ ἴδια ἡ Ἁγία, ἰσχυριζόμενη ὅτι ἐπρόκειτο γιὰ κτήριο λουτρῶν κι ἔτσι ἐξηγοῦν τὸ παράδοξο τοῦ ἀρχιτεκτονήματος.
Στὸν πρῶτο νάρθηκα δεξιὰ ὑπάρχει τὸ ἁγίασμα τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς κι᾽ ἔχει μεταφερθεῖ ἐκεῖ ἀπὸ ἕναν διπλανὸ δρόμο, ἐπειδὴ ὁ Τοῦρκος ἰδιοκτήτης του τὸ κρατοῦσε σφραγισμένο. Ὑπάρχει ἐπίσης μιὰ μεγάλη εἰκόνα τῆς Δ´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου.
Τὸ τέμπλο τοῦ ναοῦ εἶναι ὡραιότατο καὶ οἱ Δεσποτικὲς εἰκόνες εἶναι καλυμμένες μὲ ἀσήμι. Ὑπάρχουν ἐπίσης κειμήλια ποὺ διασώθηκαν καὶ μεταφέρθηκαν ἐδῶ ἀπὸ τὸν παλαιότερο ναό. Ἕνας Ἐπιτάφιος κεντημένος κρέμεται ἀριστερὰ καὶ φέρει τὴν χρονολογία 1741.
Ἡ ἐκκλησία, ποὺ βρίσκεται σήμερα στὸ κέντρο τῆς παλιᾶς γραφικῆς ἀγορᾶς τῆς Χαλκηδόνας, ἀνακαινίσθηκε πρόσφατα μὲ δαπάνη τοῦ Σωκράτη Κόκκαλη.
Ἰσμήνη Καπάνταη
Ἐκκλησίες στὴν Κωνσταντινούπολη
Νικόλαος Γκίνης – Κωνσταντῖνος Στράτος