Προηγουμένως μητροπολίτης Προύσης (1655-1657), τῇ 1ῃ Μαΐου 1657 διεδέχθη τὸν Γαβριὴλ Β´ εἰς τὸν Οἰκουμενικὸ Θρόνο. Ἡ πρώτη πατριαρχεία του διήρκεσε τέσσερα περίπου χρόνια. Τὸν Ἰούνιο τοῦ 1662 ἐπαύθη καὶ ἐπανῆλθε στὴν Προῦσα. Ἐπατριάρχευσε καὶ πάλι ἀπὸ τὴν 21 Ὀκτωβρίου 1665 ὡς τὴν 9η Σεπτεμβρίου 1667. Κατόπιν ἐξωρίσθη εἰς τὴν Τένεδο ἀλλὰ τὸν Μάρτιο τοῦ 1671 ἐπανεξελέγη. Κατὰ τὴν τρίτη αὐτὴ πατριαρχεία του κατώρθωσε νὰ ἀπαγορεύσῃ τὰ προσωρινὰ συνοικέσια (καμπίν) μεταξὺ μουσουλμάνων καὶ χριστιανῶν. Τῇ 7ῃ Σεπτεμβρίου τοῦ ἰδίου ἔτους (1671) ἐπαύθη καὶ ἐξορίσθη εἰς Κύπρον. Ἐπατριάρχευσε δύο ἀκόμη φορές, ἀπὸ τὴν 1ην Ἰανουαρίου 1975 ὡς τὴν 19ην Ἰουλίου 1676 καὶ ἀπὸ τὴν 10η Μαρτίου 1684 ἕως τὴν 20ὴ Μαρτίου 1685. Σημαντικὴ ὡς πρὸς τὴν διαμόρφωσι τοῦ γεροντισμοῦ θεωρεῖται ἡ παρ᾽ αὐτοῦ ἐκδωθεῖσα τῷ 1658 διάταξις σύμφωνα μὲ τὴν ὁποία οἱ ἀρχιερεῖς ποὺ ἔχουν διαπράξει κάποιο ἀδίκημα δὲν μποροῦν νὰ συγχωροῦνται μόνο ἀπὸ τὸν πατριάρχη ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὴν σύνοδο.
Φόρτωση