Κατήγετο ἀπὸ τὴν Νάξο καὶ ἐχρημάτισε προηγουμένως πρωτοσύγκελλος τοῦ Οἰκουμενικοῦ πατριαρχείου, μητροπολίτης Σμύρνης (1797-1821) καὶ Χαλκηδόνος (1821-1822).
Ἐκλεχθεὶς πατριάρχης εἰς μίαν δύσκολον ἐποχὴ λόγῳ τῆς Ἑλληνικῆς ἐπαναστάσεως, τελικῶς καθῃρέθη καὶ ἐξωρίσθη εἰς τὴν μονὴ τοῦ Τιμίου Προδρόμου τῆς Καισαρείας. Κατὰ τὴν διάρκεια τῆς πατριαρχείας του ἀντεμετώπισε τὸ δημιουγηθέν ἀπὸ τὸν ἀπαγχονισμὸ τῶν ἀρχιερέων τῆς Ἐκκλησίας Κύπρου πρόβλημα. Ἀπέθανε ἐν Σμύρνῃ τῷ 1842. Κατὰ τὴν διάρκεια τῆς μακροχρόνου διαμονῆς του ἐν Σμύρνῃ συνεκρούσθη μετὰ τοῦ Κωνσταντίνου Οἰκονόμου τοῦ ἐξ Οἰκονόμων διὰ θέματα ἐκπαιδευτικὰ καὶ ἄλλα.