Ἱερώτατε Μητροπολῖτα Κορέας κ. Ἀμβρόσιε, και λοιποί Ἱερώτατοι ἀδελφοί Ἱεράρχαι,
Εὐσεβὲς χριστεπώνυμον πλήρωμα τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Κορέας,
Εὐλογημένοι προσκυνηταὶ τῆς χάριτος καὶ τῆς πρεσβείας τοῦ ἐν Ἁγίοις Πατρὸς ἡμῶν Νικολάου Ἀρχιεπισκόπου Μύρων τῆς Λυκίας,
«Θαυμαστός», ὡς ἀληθῶς, «ὁ Θεὸς ἐν τοῖς Ἁγίοις Αὐτοῦ», ἀναφωνοῦμεν, προερχόμενοι ἐκ τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, ἐκ τῆς πρώτης τῆς Ὀρθοδοξίας Καθέδρας, πρὸς τὴν ἐνταῦθα τιμιωτάτην κληρουχίαν αὐτοῦ, ἡ ὁποία βιώνει συνεχῶς τὸ θαῦμα τοῦ Κυρίου, συντελούμενον καθ᾿ ἑκάστην διὰ τῶν Ἁγίων Του, ὅπως ἀκριβῶς συμβαίνει καὶ μὲ τὴν Ἐκκλησίαν τῶν μαρτύρων καὶ τῆς συνεχοῦς σταυρώσεως, τὴν Μητέρα ὅλων μας Ἐκκλησίαν τῆς Κωνσταντινουπόλεως, τῆς ὁποίας γνήσια τέκνα καὶ πνευματικὰ ἀναστήματα εἶσθε ἐσεῖς, ὁ εὐαγὴς κλῆρος καὶ τὸ εὐσεβὲς ποίμνιον τῆς ἁγιωτάτης Μητροπόλεως Κορέας.
Εἶναι μεγάλη ἡ χαρὰ καὶ ἡ τιμὴ τοῦ Πρώτου Πατριάρχου τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ Πατριάρχου τῆς εὐλογημένης ταύτης ἐπαρχίας, νὰ συνεορτάζῃ σήμερον μαζί σας τὸν ἑσπερινὸν τῆς μνήμης τοῦ Ἁγίου Νικολάου εἰς τὸν πανηγυρίζοντα Ἱερὸν τοῦτον Καθεδρικόν Ναόν, ἀφιερωμένον εἰς τὸν μεγάλον αὐτὸν Ἅγιον τῆς πίστεώς μας, τὸν ὁποῖον ἀνέδειξεν ὁ Θεὸς εἰς τοὺς δυσκόλους διὰ τὴν Ἐκκλησίαν μας καιροὺς τῶν αἱρέσεων καὶ ὁ ὁποῖος, ὡς ἄλλος ἥλιος, ἀνέτειλεν καὶ ἐφώτισε, τότε, τὰς ἐργασίας τῆς Α´ ἐν Νικαίᾳ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, συνεχίζει δὲ νὰ φωτίζῃ μέχρι καὶ σήμερον τὰ σκότη τῆς ἀμφιβολίας, τῆς ἀνησυχίας, τῆς ἀβεβαιότητος καὶ τῆς ἀνασφαλείας τῶν καρδιῶν ὅλων τῶν πιστῶν καὶ εὐσεβῶν Χριστιανῶν, ἰδιαιτέρως δέ ὑμῶν τῶν ἀγαπητῶν καὶ πιστῶν Κορεατῶν, ἐδῶ εἰς τήν ὄμορφην χώραν τῆς Ἄπω Ἀνατολῆς.
Μὲ βαθυτάτην συγκίνησιν, λοιπόν, ἐπισκεπτόμεθα τὴν Ἱεραποστολικὴν ταύτην Μητρόπολιν τῆς Κορέας, ἐπικοινωνοῦντες πατρικῶς μετὰ τοῦ Ὀρθοδόξου πληρώματος αὐτῆς, χαιρόμεθα δὲ χαρὰν μεγάλην, διότι θεωροῦμεν αὐτὴν καρπὸν τῆς ταπεινῆς μας Πατριαρχικῆς πορείας, ἐφ᾽ ὅσον, ὡς γνωρίζετε, ἡ Ἱερὰ Μητρόπολις αὕτη ἱδρύθη διὰ Πατριαρχικῆς καὶ Συνοδικῆς Πράξεως τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, τῇ προτάσει καὶ προβολῇ τῆς ἡμετέρας Μετριότητος, κατὰ τὴν 20ην Ἀπριλίου 2004, ἐντὸς τῶν ὁρίων τῆς μέχρι τότε Ἐξαρχίας τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου ἐν Κορέᾳ, ἥτις δικαιοδοσιακῶς ὑπήγετο εἰς τὴν Ἱερὰν Μητρόπολιν Νέας Ζηλανδίας. Πρῶτος ποιμενάρχης αὐτῆς ἐξελέγη ὁ ἐκλεκτὸς ἀδελφός, Ἱερώτατος Μητροπολίτης Πισιδίας κύριος Σωτήριος, ὁ ὁποῖος ἠνάλωσε κυριολεκτικῶς τὸν ἑαυτόν του διὰ τὴν ἱεραποστολήν καὶ τὸν φωτισμὸν τοῦ εὐγενοῦς κορεατικοῦ λαοῦ, τῇ οἰκειοθελεῖ δὲ παραιτήσει αὐτοῦ ἐξελέγη δεύτερος εἰς τὴν ἱστορίαν τῆς τοπικῆς Μητροπόλεως, Μητροπολίτης, ὁ ἐξίσου ἱκανὸς καὶ χαρισματοῦχος ἀδελφὸς Μητροπολίτης κύριος Ἀμβρόσιος ὁ ἀπὸ Ζήλων, ὅστις ποιμαίνει αὐτὴν ἕως τῆς σήμερον εὐόρκως καὶ ὑποδειγματικῶς.
Δὲν θὰ ἦτο ὑπερβολικὸν νὰ θεωρηθῇ ὅτι οἱ δύο προαναφερθέντες ἄξιοι Ἱεράρχαι τῆς Μητρός Ἐκκλησίας, Σωτήριος καὶ Ἀμβρόσιος, διακονοῦντες εἰς τὸν ἀμπελῶνα τοῦτον τῆς Κορέας καὶ ἔχοντες ὡς πρότυπον τὸν ἑορταζόμενον μεγάλον Ἱεράρχην τῆς Ἐκκλησίας μας, ἐπέτυχον νὰ καταστήσουν τὴν εὐλογημένην ταύτην ἐπαρχίαν ἱεραποστολικόν κέντρον, τὸ ὁποῖον ἤδη ἀπέδωσε πολλοὺς καὶ εὐχύμους καρπούς. Διὰ τῆς ἀφοσιώσεώς των καὶ τῆς ἀγάπης των πρὸς τὸν Κορεατικὸν λαόν, διὰ τῆς ἐμπιστοσύνης των εἰς τὸν Θεόν καὶ διὰ τῶν ἐντόνων ἀρχιερατικῶν των προσευχῶν καὶ δεήσεων, διά τῶν ὁποίων ἐπικαλοῦνται τὰς πρεσβείας τοῦ Ἁγίου Νικολάου, ἀναγκάζουν, τρόπον τινά, τόν μεγάλον τοῦτον Ἱεράρχην νά παρίσταται ἐν μέσῳ ἡμῶν καὶ νὰ προΐσταται πάσης ἱεραποστολικῆς προσπαθείας. Καὶ ὄντως αἰσθανόμεθα ὅτι εἶναι μαζί μας καὶ κοντά μας, κατὰ δὲ τὰς δυσκόλους στιγμὰς τῆς συντόμου ἱστορίας τῆς τοπικῆς ταύτης θεοσώστου Μητροπόλεως πολλάκις ἠκούσθη ἔντονος ἡ παρηγορητικὴ φωνή του νὰ μᾶς λέγῃ: «Μὴ φοβῆσθε, εἶμαι μαζί σας. Ὁ Θεὸς σᾶς εὐλογεῖ. Μὴν ἀπογοητεύεσθε, διότι ὁ καρπὸς τῆς ἱεραποστολῆς χρειάζεται χρόνον καὶ πολλὴν ὑπομονήν, διὰ νὰ καρποφορήσῃ καὶ νὰ εὐδοκιμήσῃ. Αἱ δυσκολίαι τῆς διαδόσεως τοῦ Εὐαγγελίου θὰ παύσουν μόνον μὲ τὴν δύναμιν καὶ τὴν χάριν τοῦ Κυρίου πού μᾶς λέγει: «πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη» (Ματθ. Κη´, Ιθ´). Εἰς τὴν Βασιλείαν τοῦ Θεοῦ συμβαίνει ὅ,τι ἀκριβῶς καὶ μὲ τὸν ἄνθρωπον ὁ ὁποῖος σπείρει τὸν σπόρον εἰς τὴν γῆν: κοιμᾶται τὴν νύχτα καὶ ἐγείρεται τὴν ἡμέραν καὶ ὁ σπόρος βλαστάνει καὶ αὐξάνει κατά τρόπον, τὸν ὁποῖον ὁ ἄνθρωπος δὲν δύναται νὰ ἑρμηνεύσῃ (Μάρκ. Δ´, Κστ´ – Κζ´).
Ὁ Ἅγιος Νικόλαος εἶναι ὁ Ἅγιος τῆς ἀγάπης, τῆς θυσίας, τῆς πίστεως, τῆς αὐταπαρνήσεως, τῆς ἀρετῆς, τῆς καρτερίας, τῆς ὑπομονῆς, ὁ ὁποῖος μᾶς παρακολουθεῖ καὶ κατὰ τὴν ἑσπερινὴν ταύτην δέησιν μὲ τὴν ἀπέραντον ἀγάπην καὶ στοργὴν του, μᾶς προστατεύει, μᾶς παρηγορεῖ καὶ μᾶς παρακινεῖ πρὸς ἐπιστροφὴν εἰς τὰς ἀξίας τοῦ Θεοῦ, τῆς Ἐκκλησίας μας, τοῦ Ὀρθοδόξου πολιτισμοῦ μας καὶ τοῦ Ἱεροῦ Εὐαγγελίου. Ἀλλά, συγχρόνως, ὁ Ἅγιος Νικόλαος εἶναι καὶ οἰκουμενικὸς Ἅγιος, χωρὶς ἐπίγειον πατρίδα. Ἀληθινὴ πατρίς του δὲν ἦτο οὔτε τὰ Πάταρα τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, ὅπου ἐγεννήθη, οὔτε τά Μύρα τῆς Λυκίας, ὅπου διηκόνησεν ὡς Ἐπίσκοπος, οὔτε τὸ Μπάρι τῆς Ἰταλίας, ὅπου σήμερον εἶναι ἀποτεθησαυρισμένον τὸ τίμιον λείψανόν του. Πατρίς του ἦτο καὶ εἶναι ἡ Βασιλεία τῶν οὐρανῶν, ἀπὸ ὅπου καὶ κηρύττει, παρὰ τὴν ἁπλότητα καὶ τὴν πρᾳότητά του, λόγον οἰκουμενικόν. λόγον τιμαλφῆ ἀξιῶν αἰωνίων, αἱ ὁποῖαι ὁδηγοῦν εἰς ἀνάπαυσιν καρδιῶν καὶ ψυχῶν.
Ὁ Ἅγιος Νικόλαος ἐπέλεξεν ἐκ νεότητος τὸν τρόπον τοῦ χριστιανικοῦ βιώματος. Χαρακτηριστικὰ τοῦ τρόπου αὐτοῦ εἶναι τὸ σταυρικόν, τὸ μαρτυρικὸν καὶ τὸ θυσιαστικὸν στοιχεῖον. Αἱ πνευματικαὶ ρίζαι καὶ πηγαί του καὶ κυρίως ὁ σπόρος τῆς ἀρετῆς, τὸν ὁποῖον ἐφύτευσαν εἰς τὴν καιομένην καρδίαν του οἱ εὐσεβεῖς γονεῖς του, ἐκαρποφόρησαν εἰς τὸν Ἅγιον Νικόλαον ἑκατονταπλασίως. Ἡ ἀγάπη διὰ τὸν Χριστόν καὶ τὴν Ἁγίαν μας Ἐκκλησίαν ὠθοῦσε καὶ καθοδηγοῦσε τὸν Ἅγιον πρὸς ἕν διαρκὲς μαρτύριον συνειδήσεως, τὸ ὁποῖον διελαλεῖτο εἰς τὴν γενέτειραν πόλιν του, εἰς τὴν ἀρχιερατικήν του Καθέδραν εἰς τὰ Μύρα, εἰς τὰς ἐργασίας τῆς Πρώτης ἐν Νικαίᾳ Οἰκουμενικῆς Συνόδου καὶ εἰς τὴν οἰκουμένην ἅπασαν. Δὲν εἶναι τυχαῖον, ἄλλως τε, ὅτι εἰς τὸ ἀπολυτίκιόν του, τὸ ὁποῖον μόλις ἠκούσαμεν, χαρακτηρίζεται εὐστόχως ὑπὸ τοῦ ὑμνογράφου ὡς «κανών πίστεως, εἰκὼν πραότητος καὶ ἐγκρατείας διδάσκαλος» ὁ ὁποῖος «διὰ τῆς ταπεινώσεως ἀπέκτησε τὰ ὑψηλὰ καὶ διὰ τῆς πτωχείας τὰ πλούσια».
Τὸ σημερινὸν μήνυμα τοῦ Ἁγίου Νικολάου, ἐντὸς τῶν πολλῶν δυσκολιῶν ὁλοκλήρου τοῦ κόσμου, εἶναι ἡ ἐλπίς ποὺ ἀπευθύνεται πρὸς πάντα ἀπηλπισμένον καὶ προβληματισμένον ἄνθρωπον, ἰδίᾳ δὲ εἰς τὸν σύγχρονον, ὁ ὁποῖος εἶναι βυθισμένος εἰς ἀπογοήτευσιν καὶ ἀπελπισίαν. Ἡ ζωή τοῦ Ἁγίου εὑρίσκει ἀπήχησιν εἰς τὴν καρδίαν παντὸς πιστοῦ, διότι ἠγάπησε, –καὶ ἠγάπησε πολύ- τὸν ἄνθρωπον. Εὑρίσκει ἀπήχησιν, διότι δὲν ὑπάρχει δυσκολία, τὴν ὁποίαν ἐμπειρικῶς δὲν ἔζησεν ὁ Ἅγιος Νικόλαος. Ἐβασανίσθη κατὰ τὸν σκληρόν διωγμόν τοῦ Διοκλητιανοῦ, ἀπελευθερωθεὶς ὑπὸ τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου μετὰ τὴν κατάπαυσιν τῶν διωγμῶν καὶ τὴν ἔκδοσιν τοῦ ἱστορικοῦ διατάγματος τῶν Μεδιολάνων. Παρ᾽ ὅτι δὲ ἐγεννήθη πλούσιος, μετὰ τὸν θάνατον τῶν γονέων του, ἐπώλησε τὰ ὑπάρχοντά του καὶ ἐμοίρασε τὰ χρήματα εἰς τοὺς πτωχούς. Δὲν ἐπεθύμησε τὴν πολυτέλειαν. Ἀπέρριψε τὴν δόξαν τῶν ἀνθρώπων. Ἠγάπησε τὴν σιωπὴν. Ἀπέφυγε τὴν δικαιολογίαν καὶ τὴν αὐτοδικαίωσιν. Ἐπεδίωξε περισσότερον τὸ δίκαιον τοῦ πλησίον παρὰ τὸ ἰδικὸν του.
Ἔτσι σήμερον, διὰ τῆς ζωῆς του καὶ τοῦ παραδείγματός του, ἀπευθύνει παρηγορητικὴν φωνὴν πρὸς πάντας ὁ Ἅγιος Νικόλαος, λέγων: «Δὲν ἔχετε χρήματα; Καὶ ἐγὼ δὲν εἶχα ποτέ. Ὅλα τὰ ἐμοίραζα εἰς τοὺς ἔχοντας ἀνάγκην. Εἶσθε πτωχοί; Ἐγὼ ὑπῆρξα πτωχότερος ἀπὸ ἐσᾶς. Πεινᾶτε; Εἰς ὅλην τὴν ζωὴν μου ἑκουσίως ἐπείνασα, διὰ νὰ θρέψω τοὺς πτωχούς. Κρυώνετε; Πάντοτε ἐκρύωνα, διὰ νὰ περιθάλψω τοὺς ἐμπεριστάτους ἀδελφούς μου. Πονεῖτε καὶ κλαίετε; Μίαν ζωὴν ὁλόκληρον πονοῦν διὰ τοὺς ἐν ἀνάγκαις συναθρώπους μου, τοὺς ἀσθενεῖς, τοὺς φυλακισμένους, τὰς χήρας καὶ τὰ ὀρφανά».
Ὁ Ἅγιος Νικόλαος ἐσφράγισε τὴν ζωήν του μὲ τὸ ἑκούσιον μαρτύριον τῆς συνειδήσεως, τὸ ὁποῖον ἔχει ὡς βασικόν χαρακτηριστικόν «τὸ διδόναι» καὶ «τὸ προσφέρειν». Τὸ μαρτύριον τοῦτο ἦτο διὰ τὸν Ἅγιον δῶρον καὶ χάρισμα∙ ἦτο ἡ δύναμις τοῦ Θεοῦ καὶ συγχρόνως ἡ ἰδική του δύναμις, ἡ ὁποία ἐνίσχυε τὴν διακονίαν του, ὅπως ἐνίσχυε καὶ τὸν ἀδύναμον Ἀπόστολον Παῦλον, ὁ ὁποῖος ἔλαβε τὴν θείαν ἀπάντησιν εἰς τὴν προσευχήν του: «ἡ δύναμίς μου ἐν ἀσθενείᾳ τελειοῦται». Ἡ ζωή του, λοιπὸν, ἀποτελεῖ δι᾽ ἡμᾶς παραμυθίαν καὶ παρηγορίαν. Εἴμεθα δὲ βέβαιοι ὅτι, ἐὰν ἔχωμεν τὴν ἀγάπην τοῦ Θεοῦ καὶ ἐναποθέτωμεν τὴν ἐλπίδα μας εἰς Ἐκεῖνον, τότε ἔχομεν τὰ πάντα. Ὁ Θεὸς εἶχε πάντοτε τὴν ἀγκαλιά του ἀνοικτὴν εἰς ἐκεῖνον ὁ ὁποῖος εἰσήρχετο πονεμένος καὶ ἀπογοητευμένος μέσα εἰς τὴν Ἐκκλησίαν, ἐκ τῆς ὁποίας ἐξήρχετο χαριτωμένος καὶ ἀναπαυμένος.
Ἀδελφοὶ καὶ τέκνα ἐν Κυρίῳ λίαν ἀγαπητά,
Ὁ Ἅγιος Νικόλαος εἶχε μεταβάλει τὴν καρδίαν του καὶ τὴν ζωήν του εἰς μίαν παγκόσμιον τράπεζαν τοῦ οὐρανοῦ, ἡ ὁποία ἐχωροῦσε ὅλον τὸν κόσμον. Μίαν τράπεζαν, ἡ ὁποία παρέμενε πάντοτε πλήρης, ὅσα καὶ ἄν ἔπαιρνε κανεὶς ἀπὸ αὐτὴν πνευματικὰ ἀγαθά. Μᾶς προβληματίζει ἀσφαλῶς ὅλους, πατέρες καὶ ἀδελφοί, αὐτὴ ἡ στάσις ζωῆς τοῦ Ἁγίου. Καὶ πρέπει νὰ μᾶς προβληματίζῃ, ἀφοῦ τὸ μήνυμα τοῦ κόσμου τούτου δὲν εἶναι θυσιαστικὸν καὶ ἀγαπητικὸν ἀλλὰ κυριαρχικὸν καὶ ἐγωιστικὸν, ὡς ἀποβλέπον εἰς τὸ ἴδιον ὄφελος.
Εὐχαριστοῦμεν, Ἱερώτατε ἀδελφὲ, ἅγιε Κορέας κύριε Ἀμβρόσιε, διὰ τὴν χαράν νὰ εὑρισκώμεθα ἀπόψε προσκυνηταὶ τῆς χάριτος τοῦ Ἁγίου ἐδῶ, εἰς τὸν Καθεδρικὸν σας Ναόν. Εἴμεθα βέβαιοι ὅτι ὁ Ἅγιος Νικόλαος μᾶς συνοδεύει ὅλους, μᾶς διδάσκει, μᾶς παραδειγματίζει, φωτίζει τὴν ἀτραπὸν τῆς ζωῆς μας. Εἶναι παρὼν εἰς τὴν ζωὴν ὅλων ἡμῶν, τῶν ἐπαινούντων ἀπόψε τὴν σεμνὴν καὶ τελεσφόρον ἀεὶ παρουσίαν του εἰς τὸν κόσμον, κόσμον ὀδύνης καὶ περισκέψεως, εἰς τὴν εὐλογημένην αὐτὴν χώραν τῆς Κορέας, χώραν χειμαζομένην ὑπὸ πειρασμῶν διαιρέσεων καὶ καταιγίδων μεριστικῶν τοῦ παρελθόντος. Τὴν διαρκῆ παρουσίαν αὐτὴν τοῦ Ἁγίου Νικολάου ἐπιδιώκει νὰ σημειώσῃ καὶ νὰ ἐξάρῃ ἡ προσκυνηματικὴ Πατριαρχική ἡμῶν ἐπίσκεψις καὶ προσευχητικὴ δέησις σήμερον ἐδῶ, ὥστε ἡ Ἀγαθότης τοῦ Παντοδυνάμου, ἀναφαινομένη κατὰ τὸ σχέδιον τῆς Θείας Προνοίας, νὰ διαλάμψῃ ταχέως καὶ νὰ καταυγάσῃ τὰς ἀποθαρρημένας ψυχὰς τοῦ χριστωνύμου λαοῦ καὶ νὰ ἐνισχύσῃ τὴν πορείαν τῆς θεοσώστου Μητροπόλεως Κορέας. Μόνον ὁ Θεός, ταῖς πρεσβείαις τῶν Ἁγίων Του, δύναται νὰ σώσῃ τὰ ἀπολεσθέντα, νὰ ὑποδείξῃ ἐξόδους καὶ φυγὰς ἐκ τῶν ἀδιεξόδων, νὰ μετατρέψῃ σκολιὰς καὶ δυσβάτους ἀτραποὺς εἰς λεωφόρους παραμυθίας καὶ χάριτος. Εἰς δὲ τὴν εὐμένειαν τοῦ Δεσπότου μας Χριστοῦ μεγάλως συμβάλλει ἡ γνησίως οἰκουμενικὴ ἁγιότης τοῦ Ἁγίου Νικολάου.
Ἂς ἔχωμεν, ἀδελφοί, ὅλοι μας, τὰς θεοπειθεῖς εὐχάς του καὶ κυρίως ἡ Ἱερά Μητρόπολις Κορέας εἰς τὸν εὐλογημένον ἀγῶνα της διὰ ὑλικὴν καὶ πνευματικὴν ἐπιβίωσιν, εἰς τὴν ὁποίαν ὁ Ἅγιος Νικόλαος, ὁ καὶ τῆς οἰκουμένης Ἅγιος, ὁ πρᾶος, ταπεινὸς καὶ ἡσύχιος διδάσκαλος, προπορεύεται καὶ μᾶς δείχνει τὸν δρόμον ὡς ἀσφαλὴς ὁδοδείκτης.
Χρόνια σας πολλὰ καὶ εὐλογημένα!