Ἐξοχώτατε κύριε Ὑπουργέ, Ἐκπρόσωπε τῆς Ἐντίμου Ἑλληνικῆς Κυβερνήσεως,
Ἐξοχώτατε κύριε Ἀπόστολε Τζιτζικώστα, Περιφεριάρχα Κεντρικῆς Μακεδονίας,
Ἱερώτατοι ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,
Ἐντιμολογιώτατοι Ἄρχοντες,
Ἐντιμότατοι ἐκπρόσωποι τῶν Ἀρχῶν,
Τέκνα ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά,
Μέ ἰδιαιτέραν χαράν συμμετέχομεν σήμερον εἰς τήν τέλεσιν τῶν ἐγκαινίων τοῦ νέου Μεγάρου Διοικήσεως Περιφερείας Κεντρικῆς Μακεδονίας, τοῦ ἐντυπωσιακοῦ ὄχι μόνον λόγῳ μεγέθους κτηρίου, ἀλλά καί ἐπειδή εἶναι βιοκλιματικόν καί θεωρεῖται ἕν ἐκ τῶν σπουδαιοτέρων καινοτόμων «πρασίνων» κτηρίων τῆς Χώρας. Τό οἰκόδημα τοῦτο εἶναι σύμβολον τοῦ ἀγῶνος κατά τῆς οἰκολογικῆς κρίσεως, ὁ ὁποῖος πρέπει νά διεξάγεται εἰς ὅλα τά ἐπίπεδα, ἀπό τήν καθημερινήν βιοτήν καί συμπεριφοράν μας, μέχρι τήν βιομηχανίαν, τά μέσα συγκοινωνίας, τούς ἐπί μέρους θεσμούς, τό κράτος, τήν Ἐκκλησίαν καί τάς θρησκείας.
Εἶσθε ἀξιέπαινος, Ἐξοχώτατε, διότι ἐμεριμνήσατε διά τήν οἰκοδόμησιν τοῦ Μεγάρου Διοικήσεως τῆς Περιφερείας σας ἐπί τῇ βάσει συγχρόνων οἰκοφιλικῶν προδιαγραφῶν. Τοιουτοτρόπως, θά λειτουργήσῃ ὡς ἔναυσμα καί ὑπόδειγμα διά τήν κατασκευήν παρομοίων πρασίνων κτηρίων καί, γενικώτερον, θά ὑπενθυμίζῃ εἰς τούς Θεσσαλονικεῖς, καί ὄχι μόνον, τήν ἀνάγκην καί τήν σημασίαν ἀντιστάσεως εἰς τήν κλιματικήν ἀλλαγήν καί τήν οἰκολογικήν ἀπειλήν. Ἡ περιβαλλοντική κρίσις ἀφορᾷ εἰς ὅλους μας, ἀνεξαρτήτως τῆς ταυτότητος, τῆς θρησκείας, τῆς ἐθνικότητος καί τοῦ πολιτισμοῦ μας. Αὐτό σημαίνει, ὅτι μόνον κοινή προσπάθεια θά δυνηθῇ νά ἀντιμετωπίσῃ τόν κοινόν κίνδυνον. Δέν ὑπάρχει χρόνος καί περιθώριον δι᾿ ἐφησυχασμόν. «Οἱ καιροί οὐ μενετοί». Ἄμεσος, συνεπής, πολύπλευρος κινητοποίησις εἶναι τό ζητούμενον. Ὁ σεβασμός πρός τήν δημιουργίαν εἶναι ἀδιαπραγμάτευτος κατηγορική προστακτική διά σύνολον τήν ἀνθρωπότητα. Δέν ὑπάρχει διαφυγή ἀπό τήν εὐθύνην, δέν στοιχειοθετεῖται ἄλλοθι. Εἶναι ἀπαράδεκτον νά καταστρέφεται τό φυσικόν περιβάλλον, εἰς τό ὄνομα γεωπολιτικῶν σχεδιασμῶν καί οἰκονομικῶν συμφερόντων. Ἡ πρωτοβουλία σας, κύριε Περιφεριάρχα, εἶναι ἕνα ἠχηρόν «ὄχι» εἰς τό πρότυπον οἰκονομικῆς ἀναπτύξεως, τό ὁποῖον κυριαρχεῖ εἰς τήν παγκοσμιοποίησιν, καθώς καί εἰς τήν ἀρχήν τοῦ «δικαίου τοῦ ἰσχυροτέρου», ἡ ὁποία κατευθύνει τάς διεθνεῖς σχέσεις.
Δι᾿ ἡμᾶς τούς ὀρθοδόξους Χριστιανούς ἡ προστασία τῆς κτίσεως, ἐκτός ἀπό ἠθική ἐπιταγή, εἶναι κεντρική διάστασις τῆς πίστεώς μας, τοῦ ἤθους μας, βασικόν στοιχεῖον τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς. Δέν ὑπάρχει γνησία χριστιανική εὐσέβεια, ἐάν αὕτη δέν ἐκφράζεται καί ὡς σεβασμός τῆς κτίσεως. Πῶς εἶναι δυνατόν νά σεβώμεθα τόν Θεόν καί ταυτοχρόνως νά καταστρέφωμεν τά δημιουργήματά του;
Τό ἐνδιαφέρον διά τό φυσικόν περιβάλλον εἶναι ὀργανική συνέπεια καί προέκτασις ὅσων βιώνονται ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ. Διότι ἡ ζωή τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἡ νίκη ἐναντίον ὅλων τῶν δυνάμεων, ἀπό τάς ὁποίας ἐκπηγάζει καί τρέφεται ἡ καταστροφή τῆς κτίσεως. Ἡ Ὀρθόδοξος Παράδοσις ἐδίδασκε τούς ἀνθρώπους νά μή βλέπουν τόν κόσμον ὡς ὑλικόν διά τήν κάλυψιν τῶν ἀναγκῶν τοῦ ἀτόμου, ἀλλά ὡς δημιούργημα τοῦ προσωπικοῦ Θεοῦ. Ἐν τῷ πνεύματι τούτῳ, τό Οἰκουμενικόν Πατριαρχεῖον ἀνέδειξε τάς πνευματικάς, θρησκευτικάς καί ἠθικάς ρίζας καί διαστάσεις τοῦ συγχρόνου οἰκολογικοῦ προβλήματος καί ἐκάλεσε μετ᾿ ἐμφάσεως εἰς πνευματικήν μεταστροφήν καί μετά-νοιαν, εἰς ριζικήν ἀλλαγήν νοοτροπίας καί τῆς συνακολούθου σχέσεως μέ τήν κτίσιν.
Μέ αὐτάς τάς σκέψεις, συμμετέχοντες ἀσμένως εἰς τόν σημερινόν ἐγκαινιασμόν τοῦ λαμπροῦ τούτου Μεγάρου, εὐλογοῦμεν τάς εἰσόδους καί τάς ἐξόδους τῶν πολλῶν ἐργαζομένων εἰς αὐτό, καί ὅσων θά προσέρχωνται διά τήν διεκπεραίωσιν τῶν διαφόρων ὑποθέσεών των, ἀπονέμομεν εἰς πάντας ὑμᾶς τάς Πατριαρχικάς ἡμῶν εὐχάς, καί ἐπικαλούμεθα ἐπί τόν εὐσεβῆ λαόν τῆς Κεντρικῆς Μακεδονίας τήν χάριν καί τό ἔλεος τοῦ παντεχνήμονος Λόγου καί Θεοῦ τῶν θαυμασίων.