Ὁ ναὸς τοῦ Ἁγίου Μηνᾶ, ποὺ εἶναι χτισμένος σὲ ὕψωμα, κοντὰ στὶς σιδηροδρομικὲς γραμμές, γιόρταζε παλιὰ στὸ ὄνομα τῶν Ἁγίων Παπύλου καὶ Κάρπου, ποὺ ἔγινε Παπυλοκάρπου καὶ ἐκ παραφθορᾶς, Πολυκάρπου. Πιθανολογεῖται ὅτι στὸν ἴδιο τόπο ὑπῆρχε ἐκκλησία ἤδη ἀπὸ τὸν 10ο αἰώνα.
Στὸν ὑπόγειο χῶρο τοῦ ναοῦ ποὺ χτίσθηκε τὸ 1833 ἀπὸ τὸν ἀρχιτέκτονα Γιοσιγμάζη, ὅπως ἀναφέρεται σὲ μαρμάρινη ἐπιγραφή, ὑπάρχει ἁγίασμα τοῦ ἁγίου Μηνᾶ καὶ σὲ αὐτὸ ὀφείλεται, προφανῶς, ἡ μετονομασία τοῦ ναοῦ ἀπὸ Ἅγιος Πολύκαρπος σὲ Ἅγιος Μηνᾶς.
Ἡ ἐκκλησία εἶναι τρίκλιτη, ξυλόστεγη, λιθόκτιστη καὶ σὲ ἀρκετὰ καλὴ κατάσταση, ἂν καὶ τὸ κωδωνοστάσιο ἔχει πρόβλημα καὶ κινδυνεύει νὰ πέσῃ. Ὁ χῶρος γύρω του εἶναι γεμάτος ἀγριόχορτα, τὸ προαύλιο ὡστόσο τῆς ἐκκλησίας εἶναι καθαρὸ καὶ φροντισμένο, μὲ γλάστρες καὶ λουλούδια, καὶ τὰ καντήλια ἀνάβουν.
Στὸ ἁγίασμα κατεβαίνει κανεὶς ἀπὸ τὴν ἀνατολικὴ πλευρὰ τοῦ νάρθηκα. Τὸ μαρμάρινο ἁγιασματάρι ἔχει τρεῖς βρύσες.
Στὴν ἴδια περιοχή, προφυλαγμένη ἀπὸ ψηλὸ μανδρότοιχο, ὑψώνεται ἡ ξυλόστεγη βασιλικὴ τῆς Θείας Ἀναλήψεως. Εἶναι κοινὴ ἡ μοίρα τῶν ναῶν στὴν Κωνσταντίνου πόλιν. Χαρακτηριστικὸ παράδειγμα καὶ ὁ ναὸς τῆς Θείας Ἀναλήψεως. Χτίζεται καὶ ξαναχτίζεται.
Ἡ ἐκκλησία παλιότερα γιόρταζε στὸ ὄνομα τῆς Παναγίας τῆς Χρυσαληθινῆς. Ἡ ἀρχαιότερη γραπτὴ μαρτυρία περὶ τοῦ ναοῦ εἶναι τοῦ 1566 σὲ πατριαρχικὴ ἐπιστολή. Ἡ ἐκκλησία πυρπολεῖται τὸ 1660 καὶ ἀνοικοδομεῖται γιὰ νὰ ἀποτεφρωθῇ τὸ 1782. Χτίζεται ξανὰ καὶ σταδιακὰ γίνονται ἐπισκευές, ἕως ὅτου, τὸ 1832, Πατριαρχεύοντος Κωνσταντίου, ὅπως ἀναφέρει μαρμάρινη ἐπιγραφὴ πάνω ἀπὸ τὴν Μεγάλη Πύλη τοῦ ναοῦ, καὶ μὲ τὸν πόθο, τὸν ζῆλο καὶ τὴν σπουδὴ «χριστολατρῶν ὁμοθρήσκων» ὁ ναὸς ἀποκτᾶ τὴν σημερινή του μορφή.
Πίσω ἀπὸ τὸ Ἱερὸν Βῆμα τοῦ ναοῦ ὑπάρχει ἁγίασμα, μὲ πηγάδι τὸ στόμιο τοῦ ὁποίου εἶναι ψηλό, μαρμάρινο, καὶ μὲ ἁγιασματάρι μαρμάρινο ἐπίσης, μὲ δύο κρουνούς.
Ἰσμήνη Καπάνταη
Ἐκκλησίες στὴν Κωνσταντινούπολη
Νικόλαος Γκίνης – Κωνσταντῖνος Στράτος