Ὁ Ἅγιος Δημήτριος τῆς Ξυλύπορτας, «τοῦ Κανάβη ἐπιλεγόμενος», ἀναφέρει ὁ Πασπάτης, «ἧτο ἀρχαῖος ναὸς μετὰ τρούλου καὶ ἔσωθεν καθιστορημένος διὰ μωσείου. Ὁ ναὸς οὗτος κατεστράφη, καὶ περὶ τὰς ἀρχὰς τοῦ 18ου αἰῶνος ἀνηγέρθη ὁ νῦν ξυλόστεγος».
Ἐν τούτοις στὶς πηγὲς δὲν ὑπάρχει πουθενὰ ἀναφορὰ περὶ ναοῦ βυζαντινοῦ – «οὐδέποτε μνημονεύεται ἐν τοῖς συγγράμμασι τῶν Βυζαντινῶν» – καὶ ἡ μόνη σύνδεση ποὺ μπορεῖ νὰ γίνῃ εἶναι ἀπὸ τὸ προσωνύμιο «Κανάβης», συσχετίζοντάς το μὲ τὸν πατρίκιο Νικόλαο Καναβό, ποὺ ἔζησε στὰ χρόνια τῆς πρώτης Ἅλωσης (1204).
Ἀνακαινισμένη διαδοχικὰ τὸ 1730, τὸ 1835, τὸ 1933 καὶ τὸ 1960, ὅπως φαίνεται ἀπὸ τὶς ἐντοιχισμένες ἐπιγραφές, ἀνακαινίζεται γιὰ τελευταία φορὰ τὸ 1995, δαπάναις Γερασίμου Βασιλόπουλου.
Ὁ ναὸς εἶναι μεγάλης ἱστορικῆς σημασίας, ἀφοῦ φιλοξένησε γιὰ τρία ὁλόκληρα χρόνια τὸ Πατριαρχεῖο. Γιατί, γιὰ μιὰ περίοδο ἑκατὸν σαράντα χρόνων περίπου μετὰ τὴν Ἅλωση τοῦ 1453, τὸ Πατριαρχεῖο «περιπλανᾶται».
Ὕστερα ἀπὸ τὴν μετατροπὴ τῆς Ἁγίας Σοφίας σὲ μωαμεθανικὸ τέμενος, ἡ ἕδρα τῆς τοῦ Χριστοῦ Μεγάλης Ἐκκλησίας στεγάζεται, γιὰ ἕνα διάστημα, στοὺς Ἁγίους Ἀποστόλους, ὑποχρεώνεται ὅμως, ἀργότερα, νὰ ἐγκαταλείψῃ κι᾽ αὐτὸν τὸν μέγιστο βυζαντινὸ ναὸ καὶ νὰ φιλοξενηθῇ στὴν Παναγία τὴν Παμμακάριστο.
Ἀπὸ ἐκεῖ, καὶ μετὰ τὴν παρέλευση ἑνὸς περίπου αἰῶνα, θὰ μεταφερθεῖ στὴν περιοχὴ τοῦ Κερατίου· ἀπὸ τὸν Ἅγιο Δημήτριο τῆς Ξυλόπορτας στὴν Μονὴ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου, ὅπου καὶ βρίσκεται μέχρι σήμερα.
Ἰσμήνη Καπάνταη
Ἐκκλησίες στὴν Κωνσταντινούπολη
Νικόλαος Γκίνης – Κωνσταντῖνος Στράτος