Εξοχώτατε κύριε Πρόεδρε της Ελληνικής Δημοκρατίας,
Εξοχώτατε κύριε Πρωθυπουργέ,
Εξοχώτατοι κύριοι Υπουργοί,
Εντιμολογιώτατε κύριε Πρόεδρε του Συμβουλίου Αποδήμου Ελληνισμού,
Εντιμότατα και λίαν αγαπητά μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου και πάντες οι εκπρόσωποι των απανταχού Ομογενών,
Μετά πολλής της συγκινήσεως, της χαράς και της αγάπης σάς απευθύνομεν τον ολοκάρδιον χαιρετισμόν μας και σάς καλωσορίζομεν εις την ιστορικήν, ένδοξον, τρισχιλιετή σχεδόν βίον έχουσαν και πολυσήμαντον Θεσσαλονίκην, την αγιοτόκον και αγιοπροστάτευτον, την αγαπητήν της Θεοτόκου και του Αγίου Μεγαλομάρτυρος Δημητρίου του Μυροβλύτου, την αναδείξασαν τον σοφώτατον και πολυγραφώτατον Άγιον Γρηγόριον τον Παλαμάν, τους σοφωτάτους Αγίους Συμεών και Ευστάθιον Θεσσαλονίκης και πλείστους άλλους Αγίους, μεταξύ των οποίων και πολλούς Πατριάρχας Κωνσταντινουπόλεως.
Από της ενδόξου Μακεδονικής Δυναστείας, ιδία δε από του Μεγάλου Αλεξάνδρου, του κορυφαίου τούτου εκπροσώπου της υπερόχου (άν και προϋφισταμένης) ιδέας και πραγματικότητος της οικουμενικότητος του ανά πάσαν την γήν δρώντος και εγκατεστημένου Ελληνισμού, η Θεσσαλονίκη απετέλεσε την βασιλεύουσαν αυτού, την υλοποιήσασαν την ισοκράτειον αντίληψιν της παγκοσμιότητος της Ελληνικής Παιδείας, ήτις επί χιλιετίας έθρεψε την Οικουμένην, ιδία δια της φιλοσόφου και επιστημονικής σκέψεως του σταγειρίτου Αριστοτέλους.
Από της αποκτήσεως των πρωτείων του Ελληνισμού υπό της ελληνογενούς και ως τάχιστα εξελληνισθείσης Νέας Ρώμης-Κωνταντινουπόλεως, η Θεσσαλονίκη απετέλεσε την συμβασιλεύουσαν, την συνεχίζουσαν τον κεφαλαιώδη ρόλον αυτής εις την ενοποίησιν και την οικουμενικότητα του Ελληνισμού. Τον ρόλον τούτον εξακολουθεί και μέχρι σήμερον να διαδραματίζη ως έδρα του ήδη δια πολλοστήν φοράν συνερχομένου εν αυτή Συμβουλίου του Απανταχού Ελληνισμού.
Σάς καλωσορίζομεν εις τας αγκάλας του Οικουμενικού Πατριαρχείου, της Μητρός Αγίας του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας, η οποία δια των κατά τόπους Αρχιερέων, ιερέων και λοιπών στελεχών αυτής έχει δικτυώσει το πλείστον του ανά τον κόσμον Ελληνισμού εις δραστηρίας Ενορίας, Κοινότητας και λοιπάς Ομογενειακάς Οργανώσεις και έχει δι αυτών εργασθή ποπικιλοτρόπως και αποδοτικώς δια την διατήρησιν των δεσμών αγάπης και αυτοσυνειδησίας, αλλά και αλληλοϋποστηρίξεως μεταξύ των διαφόρων τμημάτων αυτού, εκ των οποίων τινά λόγω των τοπικών συγκυριών ακμάζουν και άλλα δυσπραγούν.
Δια πάντων τούτων επιθυμούμεν να τονίσωμεν, ότι η αληθής έκφρασις του Απανταχού Ελληνισμού ευρίσκεται εις την Οικουμενικότητα αυτού και ως εκ τούτου το στενόν τοπικιστικόν πνεύμα είναι απορριπτέον. Το τοπικιστικόν πνεύμα πολλά προεκάλεσε δεινά εις τον Ελληνισμόν, οσάκις προς καιρόν επεκράτησε. Ο Πελοποννησιακός πόλεμος, τον οποίον περιγράφει ο Θουκυδίδης, αι δημοσθένειαι αντιδράσεις κατά της αναδεικνυομένης υπερτοπικής ενοποιού δυνάμεως του Φιλίππου, αι κατά την περίοδον της ανασυστάσεως του Ελληνικού Κράτους συγκρούσεις μεταξύ Στερεάς και Πελοποννήσου, και άλλαι παρόμοιαι ενέργειαι, αποτελούν μελανάς κηλίδας εις την λαμπράν ιστορίαν της προόδου του απανταχού Ελληνισμού. Μόνον η βίωσις της ενότητος και της οικουμενικότητος αυτού και η ειλικρινής επιθυμία της προόδου πάντων των τμημάτων αυτού, οπουδήποτε της γης εγκατεστημένων, προοιωνίζεται ελπιδοφόρον το μέλλον αυτού. Το τοπικιστικόν πνεύμα, το επιδιώκον την υπερανάπτυξιν ωρισμένων κέντρων εις βάρος άλλων, είναι καταστρεπτικόν, όπως ο καρκινικός όγκος, ο οποίος οδηγεί εις τον θάνατον ακριβώς διότι καταργεί την ισόρροπον ανάπτυξιν όλων των μερών του οργανισμού.
Το Οικουμενικόν Πατριαρχείον υπήρξεν επί πολλούς αιώνας και είναι ο υποστηρικτής της οικουμενικότητος του Γένους. Το εθνικιστικόν πνεύμα, το οποίον είναι εσφαλμένη υπερβολή, υπό την αριστοτελικήν έννοιαν, της επαινετής μεσότητος του πατριωτικού πνεύματος, προεκάλεσε νέα δεινά εις τον σύγχρονον Ελληνισμόν. Και οσάκις επανεμφανίζεται προκαλεί επίσης νέα δεινά εις αυτόν. Διότι ενώ θέλει να τιμηθή ως πατριωτικόν, εν τη ουσία του είναι διχαστικόν και τρέφεται εις βάρος άλλων στοιχείων του Οικουμενικού Ελληνισμού, οδηγούν ούτως εις επιζημίους διενέξεις, αντί εις επωφελή συντονισμένην κοινήν προσπάθειαν.
Ευχόμεθα ολοκαρδίως καλήν επιτυχίαν εις τας εργασίας του Συνεδρίου, καλήν διαμονήν εις άπαντας τους αγαπητούς συνέδρους και σύσφιγξιν των δεσμών της Ομογενείας, δια να λέγωμεν όλοι «ημείς», ως προσφυώς τονίζει ο πολύς στρατηγός Μακρυγιάννης, και όχι «εγώ», ως ενίοτε παρασυρόμεθα. Δια να χαίρωμεν βλέποντες την πρόοδον και του πλέον μικρού κυττάρου του Ελληνισμού. Δια να αναπτυχθούν ισορρόπως πάντα τα μέλη, δια της αλληλοβοηθείας, η οποία αποτελεί και θεμελιώδες χριστιανικόν καθήκον ημών. Διότι ο Ελληνισμός εύρε την καλυτέραν έκφρασιν των υψηλών ιδεωδών του εις τον Οικουμενικόν Χριστιανισμόν, ο οποίος ενώ σέβεται τας από Θεού οροθεσίας των εθνών, διακηρύσσει την εν Χριστώ ενότητα πάντων των ανθρώπων.
Αι ολόθερμαι πατρικαί ημών ευχαί και αι ολόψυχοι Πατριαρχικαί ημών ευλογίαι επιδαψιλεύονται αμερίστως εις άπαντας, όπως αμέριστος και ηνωμένος πρέπει να παραμείνη ο απανταχού Ελληνισμός, τον οποίον εκπροσωπείτε. Είθε να ενδυναμώται συνεχώς το πνεύμα της ενότητος και να εξαλείφωνται σταδιακώς τα οιαδήποτε υπόλοιπα του πνεύματος της διασπάσεως. Είθε ακόμη και αι διαφωνίαι να υπηρετούν την ενότητα, τον ακρογωνιαίον αυτόν λίθον της κοινής προόδου.
Η Χάρις και το πλούσιον Έλεος του Θεού είη μετά πάντων. Γένοιτο.
βγ΄ Δεκεμβρίου ι΄
Διάπυρος προς Θεόν ευχέτης
+ Ο Κωνσταντινουπόλεως Βαρθολομαίος