Κατήγετο ἐκ Κρήτης ἢ Ἡπείρου καὶ ἦτο πνευματικὸν τέκνον Παχωμίου τοῦ A´ ὁ ὁποῖος καὶ τὸν ἐβοήθησε νὰ γίνῃ μητροπολίτης Ἰωαννίνων.
Μετὰ τὸν θάνατο τοῦ Παχωμίου ὁ Θεόληπτος ἐπῆγε ἀμέσως εἰς τὴν Ἀδριανούπολιν καὶ καταβάλλοντας τὴν χρηματικὴ εἰσφορὰ πῆρε τὸ πατριαρχικὸ βεράτιο πρὸ τῆς νομίμου ἐκλογῆς του ἀπὸ τὴν Ἱερὰ Σύνοδο (περὶ τὰ μέσα τοῦ 1513).
Ὠργάνωσε τὰς μητροπόλεις Ἀδριανουπόλεως, Σάμου καὶ τῶν παραδουναβίων περιοχῶν καὶ ἐνίσχυσε πνευματικῶς τὴν Ῥωσικὴ Ἐκκλησία ἀποστέλνοντας εἰς Ῥωσία Μάξιμο τὸν Γραικὸ ὡς βιβλιοθηκάριο.
Μετὰ τὴν ἐκδίωξη τῶν Μαμελούκων ἀπὸ τὴν Ἱερουσαλὴμ τῷ 1517, τὰ ἱερὰ προσκυνήματα τοῦ Ἁγίου Τάφου ἐκινδύνευσαν νὰ περιέλθουν εἰς τὴν κατοχὴ τῶν Τούρκων, πράγμα ὅπερ ὁ Θεόληπτος ἀπέτρεψε χρησιμοποιώντας τὰς σχέσεις του τῷ σουλτάνῳ.
Τῷ 1520 ἐγλίτωσε τοὺς πιστοὺς τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἀπὸ τὸν βίαιο ἐξισλαμισμὸ τὸν ὁποῖο εἶχε ἀποφασίσει ὁ Σελήμ, ἐνῷ ὁ τελευταῖος περιωρίσθη νὰ κατασχέσῃ ἀπὸ τοὺς Χριστιανοὺς τὰς λιθόκτιστας ἐκκλησίας (ἐκτὸς τῆς Παμμακαρίστου καὶ τοῦ Μουχλίου) ἐπιτρέποντας εἰς τὸ ἐξῆς τὴν οἰκοδόμησιν μόνο ξυλοστεγῶν ναῶν. Τέλος ἀντετάχθη εἰς τὴν παπικὴ προπαγάνδα εἰς τὴν Κρήτη καὶ τὴν Βλαχία.
Μετὰ τὸν θάνατο τοῦ Σελὴμ τῷ 1522 τὸν κατηγόρησαν διὰ ἀνήθικο ἰδιωτικὸ βίο ἀλλὰ ἀπέθανε αἰφνιδίως πρὸ τῆς δίκης του. Ἐτάφη ἔξω ἀπὸ τὸν ναὸ τῆς Παμμακαρίστου.