
Ὁ Θεοφιλ. Ἐπίσκοπος Μιλητουπόλεως κ. Ἰάκωβος, ἐγεννήθη τό 1966 στό προάστιο Kogarah τοῦ Σύδνεϋ, περατώσας τάς γυμνασιακάς του σπουδάς στό Model Farms High School εἰς Baulkham Hills τό 1983. Ἐφοίτησε στήν Θεολογική Σχολή τοῦ Ἀποστ. Ἀνδρέου τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Αὐστραλίας ἀπό τό ἔτος 1992 ἕως τό 1996, καί ἐν συνεχείᾳ παρηκολούθησε τριετές πρόγραμμα μεταπτυχιακῶν σπουδῶν, εἰς τό Sydney College of Divinity. Χειροτονήθηκε Διάκονος τό 1993 ὑπό τοῦ Σεβασμιωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Αὐστραλίας κ.κ. Στυλιανοῦ, ὑπηρετήσας ἐπί ἑξαετίαν ὡς Πρωτοδιάκονός του, καί παράλληλα διετέλεσε Ἐπιμελητής τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς, μέχρι τοῦ ἔτους 2001. Τό 1999 χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος ὑπό τοῦ ἰδίου Ἀρχιεπισκόπου, μετωνομασθείς ἀπό Ἰωάννης εἰς Ἰάκωβον, πρός τιμήν τοῦ ἀειμνήστου Σχολάρχου τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τῆς Χάλκης καί Γέροντος τοῦ Σεβ. Ἀρχιεπισκόπου, Μητροπολίτου Ἰκονίου κυροῦ Ἰακώβου. Τό 2000 ἔλαβε τό Ὀφφίκιο τοῦ Ἀρχιμανδρίτου. Ἀπό τῆς εἰς Πρεσβύτερον χειροτονίας του, ὑπηρέτησεν ἐν Σύδνεϋ εἰς τόν Καθεδρικόν Ἱερόν Ναόν τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου Redfern καί εἰς τήν Ἐνορία-Κοινότητα Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου Kogarah. Τό 2002 μετετέθη ὑπό τοῦ Σεβασμιωτάτου εἰς Μελβούρνην, διορισθείς Ἱερατικῶς Προϊστάμενος εἰς τήν μεγαλώνυμον Ἐνορία-Κοινότητα Ἁγίων Ἀναργύρων Oakleigh, καθώς καί εἰς τά ἐν Μελβούρνῃ Γραφεῖα τῆς Ἱ. Ἀρχιεπισκοπῆς, πλησίον τοῦ Θεοφιλεστάτου Ἐπισκόπου Δέρβης κ. Ἰεζεκιήλ, ὅπου ὑπηρέτησεν μέχρι τῆς εἰς Ἐπίσκοπον ἐκλογῆς του.Τήν 11ην Ἰανουαρίου 2011, ἐξελέγη παμψηφεί Ἐπίσκοπος, ὑπό τόν ψιλόν τίτλο Μιλητουπόλεως, καί ὑπηρετεῖ στή Μελβούρνη (Τομεύς Β´).
Ὀνομαστήρια: 23 Ὀκτωβρίου.