ὁ Μορώνης
Καταγόταν ἀπὸ τὴν Κυδωνιὰ τῆς Κρήτης. Διατέλεσε προϊστάμενος τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ τῆς Θεοτόκου Χρυσοπηγῆς στὸ Γαλατᾶ ὡς τὸ 1646 ὁπότε ἀνέλαβε τὴν μητρόπολη Ἡρακλείας (Θράκη).
Στὶς 5 Ἰανουαρίου του Ι668 ἐξελέγη στὸν οἰκουμενικὸ Θρόνο. Τὸν Μάρτιο τοῦ 1671 καθαιρέθηκε καὶ ἀποσύρθηκε στὴ Νέα Μονὴ Χίου καὶ μετὰ στὴ Ζάκυνθο ὅπου διετέλεσε ἐξουσιαστὴς καὶ προβλεπτὴς τῆς μονῆς Στροφάδων.
Τὸ 1677 ἀνέλαβε ἀρχιερατικὸς ἐπίτροπος τοῦ ναοῦ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου στὴν Ἑλληνικὴ κοινότητα τῆς Βενετίας. Πέθανε στὴ Βενετία τὸ 1679.