Ἡ σημερινή Παγκόσμιος Ἡμέρα Περιβάλλοντος εἶναι μία ἀφορμή καί συγχρόνως μία μεγάλη εὐκαιρία διά νά ἀναλογισθῶμεν ὅλοι, ἀσχέτως θρησκευτικοῦ φρονήματος, τήν περιβαλλοντικήν κρίσιν.
Κατά τάς ἡμέρας μας, περισσότερον ἀπό ποτέ, προβάλλει ἀδήριτος ἡ ἀνάγκη νά κατανοήσωμεν ὅλοι ὅτι ἡ περιβαλλοντική προστασία δέν ἀποτελεῖ ρωμαντικήν ἰδεοληψίαν ὡρισμένων ὀλίγων. Μέ τήν περιβαλλοντικήν κρίσιν καί ἰδιαιτέρως τήν κλιματικήν ἀλλαγήν νά ἀποτελῇ πλέον τήν μεγίστην ἀπειλήν διά κάθε μορφήν ζωῆς εἰς τόν πλανήτην μας, εἶναι προφανής ἡ εὐθεῖα διασύνδεσις τῆς προστασίας τοῦ περιβάλλοντος μέ ὅλας τάς ἐκφάνσεις τῆς οἰκονομικῆς καί κοινωνικῆς ζωῆς.
Διά τήν Ὀρθόδοξον ἡμῶν Ἐκκλησίαν, ἡ προστασία τοῦ περιβάλλοντος, ὡς θείας κτίσεως, ἀποτελεῖ μεγίστην εὐθύνην διά τόν ἄνθρωπον, ἀνεξαρτήτως τῶν ὑλικῶν ἤ ἄλλων οἰκονομικῶν ὠφελειῶν τάς ὁποίας δύναται αὕτη νά ἀποφέρῃ. Τόν κόσμον τοῦτον, τόν «καλόν λίαν», ὁ Παντοκράτωρ Θεός ἐκληροδότησεν εἰς τήν ἀνθρωπότητα μέ τήν ἐντολήν «ἐργάζεσθαι καί φυλάσσειν» αὐτόν. Ἡ εὐθεῖα ὅμως διασύνδεσις αὐτῆς τῆς θεοσδότου ὑποχρεώσεως διά προστασίαν τῆς κτίσεως μέ κάθε πτυχήν τῆς συγχρόνου οἰκονομικῆς καί κοινωνικῆς ζωῆς, ἐνδυναμώνει τελικῶς τήν παγκόσμιον προσπάθειαν διά ἀναχαίτισιν τῆς ἤδη ἐκδηλωθείσης κλιματικῆς ἀλλαγῆς μέσῳ τῆς ἀποτελεσματικῆς διεισδύσεως τῆς περιβαλλοντικῆς διαστάσεως εἰς ὅλους τούς τομεῖς τῆς οἰκονομίας καί τῆς κοινωνίας.
Μέ τήν ἔναρξιν τῆς τρίτης χιλιετίας, τά περιβαλλοντικά προβλήματα -ὁρατά ἤδη ἀπό τόν 20όν αἰῶνα- ἀπέκτησαν μίαν νέαν ὀξύτητα καί ἦλθαν εἰς τό κέντρον τῆς ἐπικαιρότητος. Συμφώνως πρός τήν ἀντίληψιν τῆς Χριστιανικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, τό φυσικόν περιβάλλον ἀποτελεῖ μέρος τῆς Δημιουργίας, ἄρα χαρακτηρίζεται ἀπό ἱερότητα. Διά τοῦτον τόν λόγον, ἡ ὑποβάθμισις καί καταστροφή αὐτοῦ ἀποτελεῖ πρᾶξιν ἱερόσυλον καί ἁμάρτημα, ὡς περιφρόνησις πρός τό ἔργον τοῦ Θείου Δημιουργοῦ. Τό ἀνθρώπινον γένος εἶναι ἐπίσης μέρος τῆς Δημιουργίας. Ἡ ἔλλογός του φύσις καί ἡ δυνατότης ἐπιλογῆς μεταξύ τοῦ καλοῦ καί τοῦ κακοῦ παρέχουν εἰς τόν ἄνθρωπον ἰδιαίτερα προνόμια, ἀλλά καί σαφεῖς ὑποχρεώσεις. Δυστυχῶς ὅμως, ἡ ἀνθρωπίνη ἱστορία παρέχει πλεῖστα ὅσα παραδείγματα καταχρήσεως τῶν προνομίων τούτων, ὅπου ἡ χρῆσις καί διαφύλαξις τῶν φυσικῶν πόρων μετετράπη εἰς ἄφρονα ἐκμετάλλευσιν καί συχνάκις εἰς τήν ὁλοσχερῆ καταστροφήν των, πρᾶγμα τό ὁποῖον ὡδήγησε κατά καιρούς εἰς τήν πτῶσιν μεγάλων πολιτισμῶν.
Πράγματι, ἡ μέριμνα καί φύλαξις τῆς Δημιουργίας ἀποτελεῖ εὐθύνην ὅλων εἰς ἀτομικόν καί συλλογικόν ἐπίπεδον. Βεβαίως, αἱ πολιτικαί ἡγεσίαι ἑκάστης χώρας ἔχουν ἰδιαιτέραν εὐθύνην διά νά ἀξιολογήσουν τάς καταστάσεις, νά προτείνουν δράσεις, μέτρα καί ρυθμίσεις, νά πείσουν τάς κοινωνίας διά τήν ὀρθότητα αὐτῶν καί νά τάς ἐφαρμόσουν. Εἶναι ὅμως σημαντική καί ἡ εὐθύνη ἑκάστου ἀτόμου τόσον εἰς τήν προσωπικήν του ζωήν καί εἰς τάς οἰκογενειακάς του δραστηριότητας, ὅσον καί εἰς τόν ρόλον του ὡς ἐνεργοῦ πολίτου.
Προσκαλοῦντες ἅπαντας εἰς ἐγρήγορσιν διά τήν διαφύλαξιν ἀλωβήτου τῆς φύσεως καί συμπάσης τῆς δημιουργίας, τήν ὁποίαν λίαν καλῶς καί μέ τοιαύτην θαυμαστήν σοφίαν ἔκτισεν ὁ Θεός, εὐλογοῦμεν ἀπό τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου τήν Παγκόσμιον Ἡμέραν Περιβάλλοντος, δοξολογοῦντες τόν Δημιουργόν τῶν ἁπάντων, εἰς τόν Ὁποῖον ἀνήκει πᾶσα δόξα τιμή καί προσκύνησις.