Ἱερώτατοι Ἀδελφοί,
Ἐξοχώτατε κ. Γενικὲ Πρόξενε τῆς Ἑλλάδος,
Ἐντιμολογιώτατοι Ἄρχοντες,
Ἐλλογιμώτατοι ἐκπαιδευτικοί,
Φιλόμουσος ὁμήγυρις
Ἡ μετάφρασις εἰς τὴν τουρκικὴν γλῶσσαν καὶ τύποις ἔκδοσις ἑνὸς ἔργου Ἕλληνος συγγραφέως ἀποτελεῖ λίαν εὐχάριστον καὶ πολλαχῶς χρήσιμον καὶ οἰκοδομητικὸν γεγονός, ἄξιον τιμητικῆς ἐξάρσεως καὶ πολλοῦ ἐπαίνου.
Ὁ ἀείμνηστος Ἠλίας Μέλλος ἤ Βενέζης, κατὰ τὸ λογοτεχνικὸν ψευδώνυμον, μὲ τὸ ὁποῖον καὶ ἐπέρασεν εἰς τὴν Ἱστορίαν τῶν Γραμμάτων, δὲν ἦτο ἕνας τυχαῖος συγγραφεύς. Διακεκριμένον μέλος τῆς περιφήμου λογοτεχνικῆς «Γενιᾶς τοῦ 30», Ἀκαδημαϊκός, φιλόπονος πνευματικὸς ἐργάτης, ἐσφράγισε τὰ νεοελληνικὰ γράμματα μὲ τὸν χαριτωμένον κάλαμόν του, ὁ ὁποῖος ὑπῆρξε παραγωγικώτατος εἰς ἔργα ὑψηλῆς ποιότητος, ἐντόνου λυρισμοῦ καὶ βαθυτάτης «ἀνθρωπιᾶς».
Ἠτο γόνος τῆς Μεγάλης Στεριᾶς, τῆς Μικρασίας, καὶ συγκεκριμένως τοῦ Ἀϊβαλιοῦ, τῶν Κυδωνιῶν, ὅπως καὶ ὁ σύγχρονός του φιλόχριστος μαΐστωρ τοῦ καλάμου καὶ τοῦ χρωστῆρος Φώτης Κόντογλου. Καὶ ἦτο τέκνον ἐποχῆς πολυταράχου, θυελλώδους! Ἐποχῆς, διὰ τὴν ὁποίαν θὰ ἠδύνατο νὰ εἴπῃ κανείς ὅτι ἴσχυε πλήρως τὸ τοῦ Σαίξπηρ: Hell is empty; and all the devils are here! (The Tempest 1, 2). Ἐβίωσε προσωπικῶς τὴν θύελλαν, ὑπέστη τὴν κάμινον, ἐταλαιπωρήθη μετὰ τῆς οἰκογενείας του, ἐξερριζώθη, μετηνάστευσεν, ἐπανῆλθεν, ᾐχμαλωτίσθη, ὑπέστη τὰ πάνδεινα, διῆλθε διὰ πυρὸς καὶ ὕδατος, ἐπέζησεν ὡς ἐκ θαύματος, ἐγένετο πρόσφυξ, ἔζησε μὲ τὸν ἀθεράπευτον «καημόν» καὶ τὴν νοσταλγίαν τῆς Αἰολικῆς Γῆς, τῆς πατρίδος του, ἰσόβιος νοσταλγὸς τῆς γαλήνης, τὴν ὁποίαν καὶ προέκρινεν ὡς τὸ μόνον ἐπιτάφιόν του ἐπίγραμμα. Ἀλλ’ εἶχε καὶ τὴν εὐρύτητα τοῦ πνεύματος καὶ τὸ μεγαλεῖον τῆς ψυχῆς νὰ ἀποδέχεται τὸν ἄλλον, ἔστω καὶ ἄν ὁ ἄλλος ὑπῆρξεν αἴτιος τῆς προσωπικῆς, οἰκογενειακῆς καὶ ἐθνικῆς του συμφορᾶς καὶ τραγῳδίας. Καὶ ἐδῶ, βεβαίως, ἀνιχνεύονται αἱ χριστιανικαὶ καταβολαὶ καὶ ἀξίαι τῆς ἀφέσεως καὶ συγ-χωρήσεως, ἄνευ τῶν ὁποίων ὁ ἀνθρώπινος βίος θὰ ἦτο ἀφεύκτως μία ἀτέρμων ἅλυσος ἐκδικήσεων καὶ ἀντεκδικήσεων, ἕνας παγχεύμων ποταμὸς πυρός, αἵματος καὶ μίσους.
Ἀλλ’ ὁ συγγραφεὺς τῆς «Αἰολικῆς Γῆς», τοῦ «Τὸ Νούμερο 31328», τῆς «Γαλήνης» καὶ πλείστων ἄλλων περισπουδάστων ἔργων, μᾶς ἔγραψε καὶ τὸ «Αἰγαῖο», τὸ ὁποῖον μετέφρασεν εἰς τὴν τουρκικὴν ὁ ἐλλογιμώτατος κ. Üner Eyüboğlu καὶ ἐξέδωκε καὶ κυκλοφορεῖ ὁ Οἶκος Belge, οἱ δὲ ἐλλογιμώτατοι Καθηγηταὶ κ. κ. Καμπουρόπουλος καὶ Τσοκώνας παρουσίασαν λίαν ἐπιτυχῶς εἰς τὴν ὁμήγυριν.
Τὸ Αἰγαῖον, ἀγαπητοί παρόντες, ἡ Ἄσπρη Θάλασσα, εὑρίσκεται ἀνάμεσα εἰς τὴν Ἑλλάδα καὶ τὴν Τουρκίαν. Πολλοὶ πιστεύουν ὅτι χωρίζει τὰς δύο χώρας καὶ τοὺς λαούς των. Ἄλλοι πιστεύουν ὅτι ἀντιθέτως τοὺς ἑνώνει, ἤ, τοὐλάχιστον, πρέπει νὰ τοὺς ἑνώνῃ. Συντασσόμεθα μὲ τοὺς τελευταίους. Ὁ Βενέζης, παρὰ τὴν προσωπικήν του πικρὰν καὶ ὀδυνηρὰν ἐμπειρίαν, νομίζομεν ὅτι καὶ αὐτὸς κατὰ βάθος τὸ ἴδιον πιστεύει. Τὸ Αἰγαῖον εἶναι διὰ τὸν συγγραφέα τοῦ «Αἰγαίου» ὄχι μόνον θέμα «τοῦ κόσμου», ἀλλὰ καὶ θέμα «τοῦ ὀνείρου». Καὶ «παραμύθι» εἶναι τὸ Αἰγαῖον, ὅπερ σημαίνει παραμυθίαν, δηλαδὴ παρηγορίαν. Καὶ ἡ παρηγορία καταστέλλει τὰ πάθη, ἐπουλώνει τὰς πληγὰς καὶ φέρει Γαλήνην. Ὁ Τουρκοκρητικὸς ψαρᾶς εἰς τὸ «Λιός», ξερριζωμένος καὶ αὐτὸς εἰς τὰ Μοσχονήσια, θὰ πείσῃ τὸν χωροφύλακα νὰ ἀφήσῃ ἐλεύθερον τὸν συλληφθέντα νεαρὸν λαθραλιέα τῆς Θερμῆς, πρόσφυγα Ἀϊβαλιώτην, συμπονῶν τὸν ξερριζωμὸν καὶ τὴν ἀναπηρίαν του . Ὁ «Ἀπόγονος τοῦ Ἐξωμότη» θὰ εἴπῃ: «-Ἀγαπῶ τοὺς Ἕλληνες. Στὴν οἰκογένειά μου πάντα ἀγαπούσαμε τοὺς Ἕλληνες. Τοὺς αἰσθανόμαστε… Σκέπτομαι πόσο ζυμωμένοι εἴμαστε, τοὐλάχιστον σὲ ὡρισμένες περιοχὲς, ἐσεῖς κι ἐμεῖς» . Εὑρισκόμενος εἰς τὰς Ἀθήνας, εἰς τὸ γραφεῖον τοῦ Βενέζη, παρατηρεῖ τὴν Ἀκρόπολιν, τὸν Παρθενῶνα, αἰσθάνεται τὴν ἀνάγκην νὰ ἐξομολογηθῆ ὅτι κατάγεται ἀπὸ Ἕλληνας, τέως Χριστιανούς, καὶ ἀγαπᾷ τοὺς Ἕλληνας. Αἰσθάνεται τοὺς Ἕλληνας. Προσκαλεῖ τὸν Βενέζην νὰ ἐπισκεφθῆ τὴν Τουρκίαν. «Ἐκεῖνος μὲ προσκαλοῦσε ὡς ξένον στὴν πατρίδα μου. Ἐγὼ τὸν δεχόμουν ὡς ξένον στὴν πατρίδα τοῦ προγόνου του», θὰ σημειώσῃ ὁ συγγραφεὺς τοῦ «Αἰγαίου», διὰ νὰ συμπληρώσῃ: «Ἄ! Τί δύσκολοι, τί μπερδεμένοι συνδυασμοὶ εἶναι αὐτοὶ ποὺ ἐκανε ἡ μοῖρα τοῦ Αἰγαίου παίζοντας μὲ τοὺς ἀνθρώπους!» Τελικῶς τὸ Αἰγαῖον εὑρίσκεται ἐν μέσῳ δύο λαῶν, τοὺς ὁποίους οἱ πολυπλόκαμοι δόλιχοι τῆς ἱστορίας ἔχουν φέρει εἰς περίεργον διαλεκτικὴν σχέσιν, εἰς τὰ πλαίσια τῆς ὁποίας οὔτε τὸ μέλαν εἶναι ἀπολύτως μαῦρον, οὔτε τὸ λευκὸν ἐντελῶς χιονοφεγγόφωτον. Ὑπάρχουν ἀποχρώσεις, ὑπάρχουν συγγένειαι, ὑπάρχουν ἀλληλοαπώσεις καὶ χάσματα, ὑπάρχουν ἀλληλοπεριχωρήσεις καὶ ὀσμώσεις, ὑπάρχουν ἐξοντώσεις, πικρίαι, αἵματα, πόνος, δάκρυα. Ὑπάρχει καὶ φῶς, ἀλλὰ καὶ καταχνιά. Τὸ Αἰγαῖον εἶναι θάλασσα. Ἡ θάλασσα ἔχει καὶ τρικυμίας, καὶ «πούσι», ἀλλὰ καὶ εὐδίαν καὶ γαλήνην. Ὁ Χριστὸς κάποτε, ὅταν ἐκινδύνευον ἐκ τοῦ κλύδωνος οἱ Μαθηταί Του καὶ Τοῦ ἐζήτησαν: «Κύριε, σῶσον ἡμᾶς, ἀπολλύμεθα», «ἐγερθεὶς ἐπετίμησε τοῖς ἀνέμοις καὶ τῇ θαλάσσῃ, καὶ ἐγένετο γαλήνη μεγάλη». Τὸ Αἰγαῖον, οἱ λαοὶ τοῦ Αἰγαίου, θέλομεν νὰ εἴπωμεν, χρειάζεται, χρειάζονται τὴν γαλήνην. Οἱοσδήποτε ἐργάζεται διὰ τὴν γαλήνην αὐτήν, ἔργον καλὸν καὶ θεάρεστον ἐργάζεται. Ὁ κ. Üner Eyüboğlu αὐτὴν τὴν γαλήνην ὑπηρετεῖ διὰ τῆς μεταφράσεως τοῦ «Αἰγαίου» τοῦ Βενέζη εἰς τὴν τουρκικήν. Τὸ ἴδιον καὶ αἱ ἐκδόσεις Belge. Δὲν ἔχομεν παρά νὰ ἐκφράσωμεν τὴν πολλὴν χαρὰν καὶ τὰ ἐγκάρδια συγχαρητήριά μας. Εὐχόμεθα νὰ εὕρουν μιμητὰς εἰς ἀμφοτέρας τὰς ἀκτὰς τοῦ Αἰγαίου. Ἡμεῖς ὁμιλοῦμεν εἰς τὸν Χριστὸν κατ’ εὐθεῖαν διὰ τῆς προσευχῆς ὄχι μόνον ὑπὲρ τῆς γαλήνης, τῆς εἰρήνης, τῆς δικαιοσύνης καὶ τῆς ἁρμονικῆς συμπορείας τῶν δύο λαῶν, καὶ ὅλων τῶν λαῶν!, ἀλλὰ καὶ ὑπὲρ ὅλων ὅσοι καθ’ οἱονδήποτε τρόπον ἐργάζονται πρὸς αὐτὴν τὴν κατεύθυνσιν.
Συγχαίροντες καὶ ἐπαινοῦντες καὶ αὖθις, δαψιλεύομεν εἰς πάντας ἐγκαρδίους εὐχὰς καὶ εὐλογίας.-