Ἱερώτατοι ἀδελφοὶ ἐν Χριστῷ,
Ἐξοχώτατοι κύριοι Βουλευταί,
Ἐντιμότατε κ. Γενικὲ Πρόξενε τῆς Ἑλλάδος,
Ἐντιμολογιώτατοι Ἄρχοντες τοῦ Θρόνου,
Τέκνα ἐν Κυρίῳ πολυφίλητα,
Χαροποιὸς καὶ εὐφρόσυνος ἀνέτειλεν ἡ σημερινὴ ἡμέρα. Εἶναι βεβαίως ἡ ἑορτὴ τῶν Εἰσοδίων τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, κατὰ τὴν ὁποίαν διὰ πρώτην φορὰν ἐψάλαμε τὰς Καταβασίας τῶν Χριστουγέννων: «Χριστὸς γεννᾶται, δοξάσατε! Χριστὸς ἐξ οὐρανῶν, ἀπαντήσατε!», καὶ δι’ αὐτῶν τὸ Εὐαγγέλιον τῆς Ἐνσαρκώσεως τοῦ Μονογενοῦς Υἱοῦ καὶ Λόγου τοῦ Θεοῦ ἐδόνησε μελῳδικῶς τοὺς θόλους ὅλων τῶν ἱερῶν τῆς Ὀρθοδοξίας Ναῶν.
Ὅμως ἡμεῖς ἐνταῦθα, εἰς τὴν ἁγίαν Πόλιν μας, τὴν Κωνσταντινούπολιν, ἔχομεν πρόσθετον λόγον χαρᾶς καὶ εὐφροσύνης καὶ ἀγαλλιάσεως: Τὰ θυρανοίξια τοῦ πανιέρου τούτου Ναοῦ τῆς μεγαλωνύμου Κοινότητος Σταυροδρομίου, τὴν χρῆσιν τοῦ ὁποίου ἐστερήθημεν ἐπὶ σειρὰν ἐτῶν, λόγῳ τῶν μεγάλων ζημιῶν, ἃς οὗτος ὑπέστη ἐκ τῆς βομβιστικῆς καὶ αἱματηρᾶς ἐπιθέσεως, τὴν ὁποίαν κακοποιὰ στοιχεῖα εἶχον διαπράξει κατὰ τοῦ παρακειμένου Γενικοῦ Προξενείου τοῦ Ἡνωμένου Βασιλείου.
Ὁ Ναὸς οὗτος, ἡ «Παναγία τοῦ Πέραν» διὰ τοὺς Κωνσταντινουπολίτας, δὲν εἶναι ἕνας τῶν πολλῶν. Ἐὰν ὁ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου ἐν Φαναρίῳ εἶναι ὁ πάνσεπτος Πατριαρχικὸς Ναὸς τοῦ Οἰκουμενικοῦ μας Πατριαρχείου, οὗτος ὁ Ναὸς τῶν Εἰσοδίων εἶναι ὁ Καθεδρικὸς Ναὸς τοῦ Πατριάρχου ὡς Ἀρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως, καὶ διὰ τοῦτο τιμᾶται κατὰ παράδοσιν διὰ Πατριαρχικῆς καὶ Συνοδικῆς Λειτουργίας κατὰ τὴν ἐτησίαν πανήγυρίν του τῆς 21ης Νοεμβρίου. Ἡ στέρησίς του, λοιπόν, ἐπὶ τόσα ἔτη ἦτο πολὺ ὀδυνηρὰ διὰ τὴν Ὁμογένειαν τῆς Πόλεως καὶ δι’ ὅλους μας. Ἀλλ’ ἰδού, ἐπὶ τέλους, αἱ ἐργασίαι ἀναστηλώσεως, ἀποκαταστάσεως καὶ ἐξωραϊσμοῦ, θείᾳ συνάρσει, ἐπερατώθησαν, καὶ σήμερον, διακόσια καὶ πέντε ἔτη ἀπὸ τῆς ἀνεγέρσεως τοῦ πρώτου Ναοῦ, αἱ πύλαι του εἶναι διάπλατα ἀνοικταὶ καὶ εἰσωδεύσαμεν εἰς αὐτὸν μὲ βαθυτάτην συγκίνησιν καὶ ἐσπεύσαμεν εἰς τὴν μητρικὴν ἀγκάλην τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου μὲ πολὺν πόθον καὶ πολλὴν ἀγαλλίασιν! Δόξα τῷ Θεῷ τῷ οὕτως εὐδοκήσαντι!
Τὸν δίκαιον τῆς Ἐκκλησίας ἔπαινον καὶ τὴν Πατριαρχικὴν ἡμῶν εὐαρέσκειαν ὁλοθύμως ἀπονέμομεν εἰς ὅσους καθ’ οἱονδήποτε τρόπον εἰργάσθησαν διὰ τὴν ἀποκατάστασιν τοῦ Ναοῦ, καὶ δὴ εἰς τοὺς εὐσεβεῖς χορηγούς, τὸν Ἱερώτατον Μητροπολίτην Χαλκηδόνος κ. Ἀθανάσιον, τὸν αἰσθητικῶς καὶ καλλιτεχνικῶς ἐποτεύσαντα τὸ ὅλον ἔργον, τὸν Ἱερώτατον Μητροπολίτην Τρανουπόλεως κ. Γερμανόν, Ἀρχιερατικῶς Προϊστάμενον, καὶ τοὺς Κοινοτικοὺς παράγοντας Σταυροδρομίου, τὸν ἐνζήλως καὶ μὲ ὑποδειγματικὴν ἀφοσίωσιν καὶ φιλοτιμίαν παρακολουθήσαντα τὸ ἔργον ἐκ μέρους ἡμῶν Ὁσιολογιώτατον Ἀρχιμανδρίτην κ. Βαρθολομαῖον Σαμαρᾶν, Ὑπογραμματεύοντα τῆς περὶ ἡμᾶς Ἁγίας καὶ Ἱερᾶς Συνόδου, τὸν Ἐντιμολ. Ἄρχοντα καὶ Καθηγητὴν κ. Νικόλαον Καλογερᾶν καὶ τὸν Ἐντιμ. κ. Χρῆστον Παυλᾶτον, τὸν Δρα Σάββαν Τσιλένην, τὸν κ. Γ. Παυλόπουλον, τὴν κ. Κουσιάκη, τὸν κ. Alen Günberg καὶ τοὺς ὑπευθύνους τῆς κοινοπραξίας Ἑταιρειῶν Pekerler-Rena καὶ ὅλους τοὺς ἐμφανῶς ἢ ἀφανῶς καὶ ἀθορύβως συνεργασθέντας καὶ συμβαλόντας, ὥστε νὰ ἔχωμεν τὸ σημερινὸν αἴσιον ἀποτέλεσμα.
Δοξάζομεν τὸν Θεὸν τῶν πατέρων μας διότι, πλὴν πολλῶν ἄλλων Ναῶν τῆς Πόλεώς μας, μᾶς ἠξίωσε νὰ ἀνακαινίσωμεν καὶ εὐπρεπίσωμεν τοὺς τρεῖς μεγάλους καὶ καλλιμαρμάρους ναοὺς τῶν Ἁγίων Κωνσταντίνου καὶ Ἑλένης, τῆς Ἁγίας Τριάδος καὶ τῶν Εἰσοδίων τῆς Θεοτόκου τῆς Κοινότητος ταύτης τοῦ Σταυροδρομίου, τοὺς ὁποίους ἐθεμελίωσε καὶ ἀνήγειρεν ἡ εὐσέβεια καὶ ἡ φιλογένεια τῶν προγόνων μας. Χαιρόμεθα διότι ἡ σημερινή των ἐμφάνισις εἶναι ἀνταξία τῆς ἀρχοντιᾶς τῆς πολίτικης ρωμηοσύνης καὶ οἱ σημερινοὶ Κωνσταντινουπολῖται ἀναδεικνύονται ἄξιοι συνεχισταὶ τῶν πατρῴων παραδόσεων.
Ἐξ ἄλλου, τὸ ἱερὸν τοῦτο ἔργον τῆς ἀναστηλώσεως καὶ τοῦ ἱεροῦ τούτου ναοῦ ἀποδεικνύει τὴν ἀποφασιστικότητά μας νὰ μείνωμεν ἐδῶ καὶ νὰ συνεχίσωμεν τὴν παρουσίαν, τὴν ἱστορίαν καὶ τὴν μαρτυρίαν μας εἰς πεῖσμα τῶν ὀλίγων – εὐτυχῶς – ποὺ μᾶς ἔχουν ξεγράψει, κατὰ τὸ δὴ λεγόμενον, καὶ ὁμιλοῦν ὑποτιμητικῶς διὰ τὴν ὁμογένειαν ἀντὶ νὰ τὴν βοηθήσουν νὰ ὑπερπηδήσῃ τὰ σημερινὰ ἐμπόδια καὶ νὰ ὀρθοποδήσῃ. Δι’ ἡμᾶς, ζῇ Κύριος ὁ Θεός ! Καὶ ἡμεῖς θὰ ζήσωμεν μὲ τὴν χάριν Του καὶ τὴν βοήθειάν Του. Δὲν παραιτούμεθα, δὲν ἀπογοητευόμεθα, δὲν φεύγομεν, δὲν φοβούμεθα, παρὰ τὰ ἐξυφανθέντα καὶ ἀποκαλυπτόμενα κατ’ αὐτὰς τρομοκρατικὰ σχέδια ἐναντίον μας.
Μὲ συγκίνησιν καὶ ἐνθουσιασμὸν ἀσπαζόμεθα πατρικῶς τοὺς διαρκῶς ἐπανερχομένους ἐδῶ, μὲ νοσταλγίαν ἄσβεστον, τέως συμπολίτας μας, καὶ ἰδιαιτέρως τοὺς ἐλθόντας ἐξ Ἑλλάδος διὰ τὰ σημερινὰ θυρανοίξια, καὶ ἀπευθύνομεν δι’ αὐτῶν τὴν εὐχὴν τῆς Μητρὸς Ἐκκλησίας καὶ τὴν εὐλογίαν τοῦ Πατριάρχου εἰς ὅλους τοὺς ἐντεῦθεν κατὰ καιροὺς καὶ διὰ διαφόρους λόγους ἐκριζωθέντας καὶ τοὺς προσκαλοῦμεν νὰ ἔρχωνται καὶ νὰ ἐπανέρχωνται – καὶ νὰ φέρνουν καὶ τὰ παιδιὰ καὶ τὰ ἐγγόνια τους, διὰ νὰ γνωρίζουν τὴν πόλιν τῶν πατέρων τους, τὴν πόλιν τὴν κατ’ ἐξοχήν, τὴν ἑστίαν ποὺ θερμαίνει τὶς καρδιές μας.
Χαιρετίζομεν τὴν παρουσίαν ἐν τῷ μέσῳ ἡμῶν κατὰ τὴν εὐφρόσυνον ταύτην ἡμέραν τοῦ ἐκπροσώπου τῆς Ἑλληνικῆς Κυβερνήσεως Ἐντιμ. κ. Βασιλείου Μπορνόβα, Γενικοῦ Προξένου τῆς Ἑλλάδος εἰς τὴν πόλιν μας, τῶν ἐξ Ἑλλάδος μελῶν τῆς Διεθνοῦς Γραμματείας Διακοινοβουλευτικῆς Συνελεύσεως Ὀρθοδοξίας, τοῦ Σεβ. Εὐαγγελικοῦ Ἐπισκόπου Βυρτεμβέργης κ. Frank Otfied July, συνοδευομένου ὑπὸ τοῦ ἀδελφοῦ Μητροπολίτου Γερμανίας κ. Αὐγουστίνου, τὴν παρουσίαν ἀκόμη ὁμίλων εὐλαβῶν προσκυνητῶν ἐκ Κύπρου, Καβάλας, Ἰωαννίνων, καθὼς καὶ φοιτητῶν ἐκ τῶν Τμημάτων Φιλολογίας καὶ Ἱστορίας-Ἀρχαιολογίας τοῦ Ἀριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, ὁμάδος Δομηνικανῶν πατέρων ἐκ Παρισίων καὶ εἴ τινος ἄλλου, καὶ λέγομεν πρὸς ὅλους:
«Ἀγαλλιάσθω σήμερον ὁ οὐρανὸς ἄνωθεν, καὶ αἱ νεφέλαι εὐφροσύνην ρανάτωσαν, ἐπὶ τὰ λίαν παράδοξα μεγαλεῖα τοῦ Θεοῦ», ὅσα συμβαίνουν γύρω ἀπὸ τὴν ἁγίαν μορφὴν τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου! Ἄς χαρῶμεν καὶ ἡμεῖς, ἀδελφοὶ καὶ τέκνα ἠγαπημένα, τὴν μεγάλην ἑορτὴν τῆς Παναγίας! Ἰδίως ἡμεῖς οἱ ἐνταῦθα, οἱ «ὀλίγοι καὶ ἀμέτρητοι» τῆς Ὁμογενείας, ἄς χαρῶμεν ἐπιπροσθέτως διὰ τὴν ἐπαναλειτουργίαν τοῦ ἁγίου Ναοῦ της. Ἡ Παναγία μας τοῦ Πέραν εἶναι καὶ πάλιν ἀνοικτὴ ἀπὸ σήμερον, μὲ ἀνοικτὴν τὴν μητρικήν της ἀγκάλην διὰ νὰ μᾶς χωρέσῃ ὅλους, νὰ ἐνωτισθῇ τὴν προσευχήν μας, νὰ ἀκούσῃ τὸ παράπονόν μας, νὰ σπογγίσῃ τὰ δάκρυά μας, νὰ ἀναπτερώσῃ τὰς ἐλπίδας μας! Καὶ ἔχομεν ἐλπίδας πολλάς! Εἶναι χαρούμενη ἡ ἰδία ἡ Παναγία, εἶναι ἱλαρά, εἶναι ὁλόφωτος, ἔχει ζωὴν καὶ «περισσὸν ζωῆς», καὶ ἐπείγεται νὰ χαρίσῃ τὸν πλοῦτον τῶν χαρίτων της εἰς ἡμᾶς, τὰ παιδιά της. Καὶ ἡμᾶς, ἐδῶ εἰς τὴν πόλιν της -διότι ὑπὸ τὴν προσωπικὴν της προστασίαν ἐτέθη ἀπὸ τῆς ἱδρύσεώς της ἡ Κωνσταντινούπολις- μᾶς λογαριάζει δύο φορές παιδιά της, ἄν λάβωμεν ὑπ’ ὄψιν τοὺς στίχους τοὺ πονεμένου ποιητοῦ: «Μάννα τοῦ Πλάστη μιὰ φορά, καὶ δυὸ φορὲς δική μου! Γιατὶ ἔχεις δυὸ φορὲς παιδὶ ἐκεῖνον ὁποὺ κλαίει»!…
Ναί, ἐκλαύσαμε πολύ. Ἐπονέσαμε πολύ. Ἀναιτίως καὶ χωρὶς καμμίαν εὐθύνην, καμμίαν ἐνοχὴν ἀπὸ μέρους μας. Τώρα εἶναι πλέον καιρὸς νὰ χαροῦμε. Νὰ ἰδοῦμε ἀποκαθισταμένους ὄχι μόνον τοὺς ἱεροὺς ναούς μας, ἀλλὰ καὶ τὰς γενομένας εἰς βάρος μας πολλὰς ἀδικίας. Τώρα εἶναι καιρὸς ἀνασυγκροτήσεως καὶ πορείας τῆς Ὁμογενείας πρὸς ἕνα καλύτερον μέλλον. Αὐτὸ τὸ μέλλον τὸ δικαιούμεθα, μᾶς ἀνήκει καὶ θὰ ἔλθῃ. Αὐτὸ εἶναι τὸ μήνυμα ποὺ στέλνει σήμερα πρὸς πᾶσαν κατεύθυνσιν ἡ πονεμένη Ρωμηοσύνη τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Χρόνια σας πολλά, ἀδελφοὶ καὶ τέκνα ἐπιπόθητα !