Ἱερώτατε Μητροπολῖτα Σισανίου καὶ Σιατίστης κύριε Παῦλε,
Ἱερώτατοι καὶ Θεοφιλέστατοι ἅγιοι ἀδελφοί,
Ἐρίτιμε Δήμαρχε Βοΐου κυρία Ὀρφανίδου,
Ἐντιμότατοι Ἄρχοντες τοῦ τόπου,
Τέκνα ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά,
Εὐγνωμονοῦμεν τὸν Θεὸν ὁ Ὁποῖος μᾶς ἀξιώνει νὰ ἐπισκεπτώμεθα τὴν Σιάτισταν, τὴν ὡραίαν αὐτὴν πόλιν τῆς Μακεδονίας καὶ ἕδραν τοῦ Δήμου Βοΐου, μὲ τὴν πλουσίαν παράδοσιν καὶ ἱστορίαν, οἱ ἡρωϊκοὶ κάτοικοι τῆς ὁποίας διεφύλαξαν ὡς κόρην ὀφθαλμοῦ καὶ μὲ κάθε θυσίαν εἰς καιροὺς χαλεποὺς καὶ δυσχειμέρους τὴν πίστιν των καὶ τὴν ταυτότητά των καὶ διετήρησαν ἀκμαῖον καὶ ἡρωικὸν τὸ φρόνημά των.
Παρακολουθοῦμεν πάντοτε ἐκ Φαναρίου τὴν πνευματικὴν πορείαν καὶ πρόοδόν σας, πληροφορούμενοι περὶ αὐτῆς παρὰ τοῦ ἐκλεκτοῦ ποιμενάρχου σας, ὁ ὁποῖος μᾶς ἐπεσκέφθη ἐν Φαναρίῳ, διὰ νὰ μᾶς ἀπευθύνῃ καὶ προσωπικῶς τὴν πρόσκλησίν του, τὴν ὁποίαν, παρὰ τὸ βαρὺ πρόγραμμα καὶ τὸν φόρτον τῶν πολλῶν πατριαρχικῶν μας ὑποχρεώσεων, δὲν ἦτο δυνατὸν νὰ ἀρνηθοῦμε, γνωρίζοντες τὴν ἀγάπην καὶ τὴν τιμὴν μὲ τὴν ὁποίαν περιβάλλει αὐτὸς καὶ ἐσεῖς, τὰ πνευματικά του τέκνα, τὸ Πατριαρχεῖον μας, ὡς κοινὴν μήτραν, ἡ ὁποία ἀναγεννᾷ πάντας πνευματικῶς.
Ἡ Ἱερὰ Μητρόπολίς σας, Ἱερώτατε ἀδελφὲ καὶ ἀγαπητὰ τέκνα, εἶχε τὴν εὐλογίαν ἀπὸ τὸν Θεὸν νὰ ποιμανθῇ ἐπὶ μακρὸν ἀπὸ τὸν ἀείμνηστον κυρὸν Ἀντώνιον, τὸν ἐλεήμονα, φιλάνθρωπον καὶ ἀσκητικώτατον ἀρχιερέα, τὸν καταξιωθέντα εἰς τὴν συνείδησιν τοῦ λαοῦ ὡς γνήσιον καὶ θεοφιλῆ ποιμένα, καὶ καταλιπόντα δικαίως ὑστεροφημίαν ὁσίου ἀνδρὸς καὶ ἐργάτου ἀληθινοῦ τῶν εὐαγγελικῶν ἐντολῶν. Τοιοῦτοι ἄνθρωποι ὁμοιάζουν πρὸς τὸν πολύτιμον μαργαρίτην, εἶναι θησαυρός, τρέφουν γενεάς, ἀποκαλύπτουν τὴν παρουσίαν τοῦ Θεοῦ, καὶ μεταφέρουν μὲ βεβαιότητα τὰς ὑποσχέσεις καὶ τὴν ἀγάπην τοῦ Θεοῦ εἰς τὰς ψυχὰς τῶν ἀνθρώπων. Μετὰ τὴν κοίμησιν τοῦ μακαριστοῦ Ἀντωνίου, ὁ κενωθεὶς μητροπολιτικὸς Θρόνος ἐπληρώθη ἀπὸ σᾶς, ἅγιε ἀδελφέ, ὅστις, ὡς ἄξιος διάδοχός του, ἐπιτελεῖτε τὸ ἔργον τῆς παρακλήσεως καὶ πνευματικῆς καθοδηγήσεως τοῦ λαοῦ, ἰδιαιτέρως μάλιστα κατὰ τὴν παροῦσαν ἱστορικὴν συγκυρίαν τῆς γενικῆς κρίσεως.
Μὲ συγκίνησιν πληροφορούμεθα τὴν ἀθόρυβον, ἀλλὰ οὐσιαστικὴν καὶ θεοφιλῆ ἐργασίαν σας εἰς τὸν λαόν, μὲ τὸν στιβαρὸν καὶ πατερικὸν λόγον σας, ὁ ὁποῖος «δὲν χαϊδεύει τὰ αὐτιά του», κατὰ τὴν λαϊκὴν ρῆσιν, ἀλλὰ τὸν στηρίζει, τὸν οἰκοδομεῖ, τὸν ἐπιτιμᾷ, τὸν διορθώνει καὶ οὕτω γλυκαίνει τὴν καρδίαν του, ὅπως ἔπραττε καὶ ὁ Τίμιος Πρόδρομος, κηρύσσων μετάνοιαν εἰς τὸν λαόν, ἀλλὰ συγχρόνως καὶ παραμυθῶν αὐτόν, μὲ ἀποτέλεσμα οὗτος νὰ ἀκούῃ τοὺς λόγους του εὐχαρίστως.
Ἂς μὴ λησμονῶμεν, ἀδελφοί μου, ὅτι ἡ πραγματικὴ αἰτία τῆς κρίσεως, τὴν ὁποίαν διερχόμεθα σήμερον, καὶ τὴν ὁποίαν ἀσφαλῶς θὰ διέρχεται καὶ ἡ ἰδική σας περιοχή, κυρία Δήμαρχε – δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ μείνῃ ἀμέτοχος– εἶναι πρωτίστως πνευματικὴ καὶ ἠθική, καὶ ὄχι οἰκονομική, ὡς ἐπανειλημμένως ἔχει τονισθῆ. Πρὸ τῆς ὑλικῆς χρεοκοπίας, προηγήθη ἡ πνευματική. Περιφρονήσαμε τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν ἀλήθειαν Αὐτοῦ, καὶ τώρα ὑφιστάμεθα τὰς τραγικὰς συνεπείας αὐτῆς τῆς πορείας δίχως Θεόν, ἡ ὁποία ὁδηγεῖ εἰς τὴν καταστροφήν. Διὰ τοῦτο, ἂς μετανοήσωμεν, ἂς ἐπιστρέψωμεν. Ποτὲ δὲν εἶναι ἀργὰ διὰ τὸν Θεόν, ὁ Ὁποῖος λέγει πάντοτε εἰς τὸν καθένα μας: «ἰδοὺ ἕστηκα ἐπὶ τὴν θύραν καὶ κρούω• ἐάν τις ἀκούσῃ τῆς φωνῆς μου καὶ ἀνοίξῃ τὴν θύραν, εἰσελεύσομαι πρὸς αὐτὸν καὶ δειπνήσω μετ’ αὐτοῦ καὶ αὐτὸς μετ’ ἐμοῦ» (Ἀποκ. 3, 20). Ἂς ἐπιστρέψωμεν εἰς τὸν Χριστὸν καὶ εἰς τὴν Ἐκκλησίαν Του, ἂς συσπειρωθῶμεν πέριξ τῶν ἐνοριῶν της καὶ πέριξ τῶν ποιμένων της, ἂς περιβάλωμεν αὐτοὺς μὲ τὴν τιμήν, τὴν ἀγάπην καὶ τὸν σεβασμόν μας, ἰδιαιτέρως μάλιστα σεῖς, ποὺ ἀξιωθήκατε νὰ ἔχητε ποιμένας τοιαῦτα θεοφιλῆ πρόσωπα.
Ὡσαύτως χαιρόμεθα διότι ἡ ἔλευσίς μας εἰς τὸν τόπον σας συμπίπτει πρὸς τὴν ἑορτὴν τοῦ ἁγίου Μεγαλομάρτυρος Δημητρίου, τοῦ προστάτου τῆς πόλεώς σας, τὸν ὁποῖον θὰ ἔχωμεν τὴν εὐλογίαν αὔριον νὰ τιμήσωμεν καὶ νὰ συμπανηγυρίσωμεν, καὶ νὰ προσευχηθῶμεν εἰς αὐτὸν νὰ σκέπῃ καὶ νὰ φρουρῇ τὸ ἐνταῦθα ποίμνιόν του.
Θὰ ἧτο παράλειψις νὰ μὴ ἀναφέρωμεν ὅτι αἰσθανόμεθα ἐπίσης χαρὰν καὶ πατρικὴν ἱκανοποίησιν, διότι εὑρισκόμεθα εἰς τόπον καὶ κόσμον φιλομόναχον, ὁ ὁποῖος περιβάλλει μὲ μεγάλην φροντίδα καὶ σεβασμὸν τὰς Ἱερὰς Μονάς του καὶ τοὺς ἀνθρώπους, τοὺς μοναστὰς καὶ τὰς μοναστρίας, οἱ ὁποῖοι ἀσκοῦνται εἰς αὐτάς. Τοῦτο ἐπιβεβαιώνει τόσον ὁ σημαντικός, ἐν σχέσει πρὸς τὸν πληθυσμὸν τῆς περιοχῆς, ἀριθμὸς τῶν ἱερῶν μονῶν, ὅσον καὶ τὸ πνευματικὸν ἔργον τὸ ὁποῖον αὐταὶ ἐπιτελοῦν, εὑρίσκουσαι πρόσφορον ἔδαφος εἰς τὸν λαόν, ὑπὸ τὴν πατρικὴν προστασίαν καὶ διακριτικὴν μέριμναν καὶ στοργὴν τοῦ οἰκείου ποιμενάρχου• μάλιστα δὲ τὴν φροντίδα αὐτὴν διὰ τὸν μοναχισμὸν ἐπιμαρτυρεῖ καὶ ἡ ἀνακαίνισις τῶν κτιριακῶν ἐγκαταστάσεων τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ἁγίου Ἀθανασίου Ἐράτυρας, τὴν ὁποίαν θὰ εὐλογήσωμεν τὸ Σάββατον.
Διὰ τὴν θερμὴν καὶ πλήρη αἰσθημάτων ἀγάπης καὶ ἀφοσιώσεως πρὸς τὴν Μητέρα Ἐκκλησίαν καὶ τὸν Πατριάρχην σας ὑποδοχὴν σᾶς εὐχαριστοῦμεν θερμότατα. Ἡ ὑποδοχή σας μαρτυρεῖ καὶ ἐπιβεβαιώνει ὅτι αἰσθάνεσθε τὴν ἀνάγκην νὰ διατηρήσετε καὶ νὰ διαφυλάξετε τὸν ἀνεκτίμητον θησαυρὸν τῆς πίστεως καὶ τῆς φιλοπατρίας, ποὺ ἐκληρονομήσατε ἀπὸ τοὺς προγόνους σας, οἱ ὁποῖοι τὰ πάντα ἔδωκαν διὰ νὰ παραδοθῇ ὁ τόπος αὐτὸς σὲ σᾶς ἐλεύθερος καὶ χριστιανικός.
Σᾶς εὐχαριστοῦμεν ἰδιαιτέρως, κυρία Δήμαρχε, διὰ τοὺς λόγους σεβασμοῦ καὶ τιμῆς σας πρὸς τὸ Οἰκουμενικὸν μας Πατριαρχεῖον καὶ ἡμᾶς προσωπικῶς, οἱ ὁποῖοι διερμηνεύουν ἀσφαλῶς τὰ αἰσθήματα ὅλων τῶν κατοίκων. Σᾶς συγχαίρομεν διὰ τὴν προσφοράν σας εἰς τὸν τόπον καὶ διὰ τὰς προσπαθείας σας διὰ τὴν ἀνάπτυξιν καὶ τὴν πρόοδον αὐτοῦ, καὶ εὐχόμεθα ὁ Θεὸς νὰ σᾶς δίδῃ δύναμιν καὶ ἔμπνευσιν διὰ νὰ διακονῆτε ἐπιτυχῶς καὶ ἐπωφελῶς τὰ κοινά.
Τὸν δὲ ἅγιον Σιατίστης καὶ ἐκλεκτὸν ποιμενάρχην σας ἀδελφικῶς παρακαλοῦμεν ὅπως μὴ παύσῃ ἀγρυπνῶν ποικιλοτρόπως καὶ ἐργαζόμενος καρποφόρως, ὡς φιλόστοργος πατὴρ καὶ πνευματικὸς προστάτης σας, ἀναπληρῶν ἐπαξίως τὸ δυσαναπλήρωτον κενὸν τῆς στερήσεως ἑνὸς πνευματικοῦ ἀναστήματος καὶ ἁγίου ἀνδρός, ὡς ἦτο ὁ μακαριστὸς Ἀντώνιος, ὅστις δὲν κατέλιπεν εἰς σᾶς ὑλικὴν κληρονομίαν, ἀλλὰ τὴν ἀνεκτίμητον πνευματικὴν κληρονομίαν τοῦ θεοφιλοῦς παραδείγματός του, τῶν εὐχῶν καὶ τῆς πλουτοποιοῦ πτωχείας του.
Εὐχαριστοῦντες πάλιν καὶ πολλάκις, ἀπονέμονεν εἰς ἕκαστον τὴν πατριαρχικὴν ἡμῶν εὐλογίαν καὶ πατρικὴν εὐχήν, καὶ εὐχόμεθα εἰς πάντας, προσωπικῶς καὶ οἰκογενειακῶς, πλούσια τὰ ἐλέη καὶ τὴν εὐλογίαν τοῦ παναγάθου Θεοῦ, ὥστε καὶ εἰς τὴν παροῦσαν ζωὴν νὰ εὐτυχῆτε, ἀλλὰ καὶ τῆς αἰωνίου Βασιλείας τοῦ Θεοῦ νὰ γίνετε μέτοχοι.