* * *
Τιμιώτατοι ἀδελφοί Ἱεράρχαι,
Ἐντιμολογιώτατοι Ἄρχοντες,
Ἐλλογιμώτατοι σύνεδροι,
Τέκνα ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά,
Μέ αἰσθήματα ἀγάπης σᾶς ὑποδεχόμαστε καί σᾶς καλωσορίζουμε στό Κέντρο τῆς Ὀρθοδοξίας, στό 3ο Διεθνές Συνέδριο Eco – Εὖ ζῆν «Βιοηθική καί Νέοι», καί ἀπευθύνουμε πρός ὅλους σας τήν εὐλογία τῆς Μητρός Ἁγίας τοῦ Χριστοῦ Μεγάλης Ἐκκλησίας, εὐχόμενοι καλή καί εὔκαρπη διεξαγωγή τῶν ἐργασιῶν τῆς ὡραίας αὐτῆς σύναξης. Χαιρόμαστε γιά τήν παρουσία σας ἐδῶ στήν Πόλη τῶν Πόλεων. Εἴμαστε βέβαιοι, ὅτι καί ὅσοι ἀπό ἐσᾶς ἦλθαν γιά πρώτη φορά ἐδῶ ὡς ἁπλοῖ ἐπισκέπτες θά ἀνακαλύψουν πολύ γρήγορα ὅτι ἔγιναν προσκυνητές, ὅτι ἐδῶ βρίσκεται ἕνα κομμάτι τῆς ταυτότητάς τους. Ἐμεῖς φυλάσσουμε τά πάτρια, θαρραλέοι καί ἀμετακίνητοι, ἀτενίζοντες «τόν Χριστόν μόνον», ἐν πλήρει ἐπιγνώσει ὅτι «χωρίς Αὐτοῦ οὐ δυνάμεθα ποιεῖν οὐδέν».
Στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας, ἡ μέριμνα γιά τή νεότητα βρισκόταν ἀνέκαθεν στό κέντρο τῆς ποιμαντικῆς διακονίας της, καί αὐτό ἰσχύει καί γιά τήν ἐποχή μας. Καί σήμερα ἡ Ἐκκλησία καλεῖ τούς νέους νά ἐνταχθοῦν συνειδητά καί ἐνεργά στή ζωή της. Τούς θέλει δυναμικούς, δημιουργικούς καί προοδευτικούς ἀνθρώπους, μέ ἀνοικτούς ὁρίζοντες, μέ ἐνδιαφέρον γιά τά τῶν ἀνθρώπων πράγματα, μέλη της πού ἐπιβεβαιώνουν μέ τή ζωή καί τή μαρτυρία τους τήν ἐν Χριστῷ συντελεσθεῖσα ἀνακαίνιση τῶν πάντων, τήν ἀλήθεια ὅτι «ἦλθεν ἡ ἀλήθεια καί παρέδραμεν ἡ σκιά». Ἡ Ἐκκλησία γνωρίζει ὅτι ἡ χριστιανική καλή μαρτυρία εἶναι ἀδύνατον νά δοθῇ ἀπό ἀνθρώπους κλειστούς, ἐσωστρεφεῖς καί ἀδιάφορους γιά τόν συνάνθρωπο καί τόν κόσμο.
Καί ἐμεῖς οἱ παλαιότεροι ὑπήρξαμε κάποτε νέοι καί βιώσαμε ὡς νέοι τίς ἀντιφάσεις τῆς κοινωνίας μας, τίς προκλήσεις, ἀλλά καί τίς θετικές προοπτικές, τίς ἀπογοητεύσεις καί τίς ἐλπίδες. Ἡ νεότης εἶναι μία περίοδος ἐντατικῆς ἐσωτερικῆς κρίσης γιά τόν ἄνθρωπο, ἀφοῦ τότε ἡ ψυχή του εἶναι εὐαίσθητος σεισμογράφος τῶν ἐξελίξεων καί τῶν ἀξιολογικῶν ἀνατροπῶν. Ἡ ἀνθρωπολογικῶς «φυσιολογική» κρίση τῆς νεότητας ἐπιτείνεται πάντοτε ἀπό τούς ἐξωτερικούς παράγοντες. Στήν ἐποχή μας βέβαια, ἡ νεολαία βρίσκεται ἀντιμέτωπη μέ πρωτόγνωρες ἐξελίξεις στόν χῶρο τῶν ἐπιστημῶν, τῆς τεχνολογίας καί τῆς ἐπικοινωνίας, ἐν μέσῳ συνεχῶν «ψηφιακῶν ἁλμάτων» καί κοσμοϊστορικῶν ἀλλαγῶν. Ἀπέναντι σέ ὅλα αὐτά, καλοῦνται οἱ νέοι καί οἱ νέες νά χτίσουν τό παρόν καί τό μέλλον τους. Ὅπως συμβαίνει πάντοτε, καί σήμέρα ἡ νεότητα εἰσέρχεται σέ ἕνα πολιτισμό, τόν ὁποῖο δέν δημιούργησε ἡ ἴδια. Μέσα σέ αὐτό τό πλαίσιο, ὀφείλει νά συνδυάσῃ δημιουργικά τήν ταυτότητα τοῦ συγχρόνου ἀνθρώπου καί τοῦ Ὀρθοδόξου Χριστιανοῦ. Ἡ ἀπόρριψη τοῦ πολιτισμοῦ ὄχι μόνον δέν εἶναι συνέπεια τῆς πίστης μας, ἀλλά ἀποτελεῖ διαστρέβλωσή της.
Ὅλοι γνωρίζουμε ὅτι ἡ ἐπιστήμη εἶναι ἡ «μεγάλη δύναμη» τῆς ἐποχῆς μας. Ἀλλάζει ριζικά τή ζωή μας, λύνει προβλήματα πού μέχρι σήμερα θεωροῦνταν ἀπροσπέλαστα, θεραπεύει τίς ἀσθένειες, διευκολύνει τήν ἐπικοινωνία, τήν παραγωγή ἀγαθῶν, τήν ὀργάνωση τῶν κοινωνιῶν, ἀποτελεῖ πραγματική πρόοδο, καθοριστική τομή στήν ἱστορική πορεία τῆς ἀνθρωπότητος. Εἶναι γεγονός ὅτι, παράλληλα μέ τήν πρόοδο, ζοῦμε τίς παρενέργειες καί τίς ἀρνητικές ἐπιπτώσεις τῆς τεχνοκρατίας καί τοῦ ἐπιστημονισμοῦ στή ζωή τῶν ἀνθρώπων, ἀλλά καί στό φυσικό περιβάλλον. Ἡ Ἐκκλησία τονίζει τήν πνευματική διάσταση, παραπέμπει στά ὅρια τῆς ἐπιστημονικῆς γνώσης ἀναφορικῶς πρός τίς ὑπαρξιακές διαστάσεις τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου. Στή ζωή μας ὑπάρχουν πτυχές ἀπρόσιτες στήν ἐπιστήμη, ἦθος, ἀξίες πού προϋποθέτουν αὐθυπέρβαση, στροφή στό «ἕν, οὗ ἐστι χρεία». Ὁ ἄνθρωπος δέν εἶναι μόνο βιολογικό ὄν, οὔτε μόνο πολίτης τοῦ κόσμου. Εἶναι «οὐρανοπολίτης», ὄν πνευματικό μέ αἰώνιο προορισμό. Ἡ ὑποτίμηση ἤ ἡ ἀπόρριψη τῶν πνευματικῶν ἀξιῶν ἔχει πολύ ἀρνητικές ἐπιπτώσεις σέ ὅλες τίς διαστάσεις τῆς προσωπικῆς καί κοινωνικῆς ζωῆς.
Εἶναι βέβαιον, ὅτι ἡ ἀδιαφορία γιά τή θρησκευτική πίστη καί ἡ πεζή ἐνθαδικότητα ἐξουθενώνουν τίς δημιουργικές δυνάμεις τοῦ ἀνθρώπου. Ἔχει ὀρθῶς ὑπογραμμισθῆ ὅτι, μαζί μέ τή λήθη ἤ τήν ἀπώλεια τῆς διάστασης τοῦ «μυστηρίου» πού ἐμπερικλείει ἡ θρησκευτική καί πνευματική ἀναζήτηση, χάνεται καί ἡ αἴσθηση γιά τήν ἀλήθεια τῆς ἀναπαλλοτρίωτης ἀξιοπρέπειας τοῦ ἀνθρώπου καί ἡ ὑποχρέωση γιά ἀπόλυτο σεβασμό της. Τό ἴδιο συμβαίνει καί στή σχέση μας μέ τό φυσικό περιβάλλον, τόν «οἶκον» τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ ἐργαλειοποίηση καί ἀλόγιστη ἐκμετάλλευσή του ὡδήγησαν στήν πιό μεγάλη πλανητική κρίση πού γνώρισε ἡ γῆ. Ὅπως γνωρίζετε, τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο ἀνήκει στούς πρωταγωνιστές τῆς προστασίας τῆς κτίσης καί τοῦ ἀγῶνα γιά ἕνα παγκόσμιο οἰκολογικό πολιτισμό. Ἡ Μετριότης μας ἀγωνίστηκε γιά τήν ἀνάδειξη τῆς συναφείας οἰκολογικῶν καί κοινωνικῶν προβλημάτων καί ὑπεγράμμισε ὅτι τά αἴτιά τους εἶναι κοινά καί πνευματικά, συνδέονται μέ μία ἐσωτερική ἀνατροπή ἀξιῶν.
Ἡ χριστιανική παράδοση εἶναι ἀνεξάντλητη πηγή ζωτικῶν ἀληθειῶν γιά τόν ἄνθρωπο, γιά τή σχέση του μέ τόν ἑαυτό του, τόν συνάνθρωπο καί τή δημιουργία. Θεωροῦμε ἰδιαιτέρως σημαντικό, ὅτι ὁ Ἀπόστολος Παῦλος περιγράφει τήν ἀνακαίνιση τοῦ ἀνθρώπου ἐν Χριστῷ ὡς ἀπελευθέρωση καί ἐλευθερία. Ὁ Χριστός εἶναι ἐλευθερωτής, ἡ Ἐκκλησία εἶναι χῶρος ἐλευθερίας. Μέσα σέ αὐτή, ὡς ζωντανό μέλος της, ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νά ζήσῃ τή ζωή ὡς σχέση καί ἀγάπη στήν προοπτική τῆς αἰωνιότητας. Τό «ζῆν ἐπ᾿ ἄρτῳ μόνῳ» (Ματθ. δ΄, 4), τό «θησαυρίζειν ἐν ἑαυτῷ» (Λουκ. ιβ΄, 21) τοῦ «ἄφρονος πλουσίου» καί ἡ αὐτοδικαιωτική ἔπαρση τοῦ Φαρισαίου (Λουκ. ιη΄, 10-14) ἐκμηδενίζουν ὑπαρξιακῶς τόν ἄνθρωπο. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος τονίζει ὅτι, ἐάν δέν ἔχω ἀγάπη, καί ἄν ἀκόμη κατέχω τά πάντα, «οὐδέν εἰμι» (Α΄ Κορ. ιγ΄, 2).
Σήμερα δημιουργεῖται στούς νέους μας τεχνηέντως ἡ ἐντύπωση ὅτι ἡ ἐλευθερία τους δέν συμβιβάζεται μέ δεσμεύσεις, ὅτι δέν ὑπάρχει ἀληθινή αὐτοπραγμάτωση, ὅταν ὁ ἄνθρωπος προσαρμόζεται σέ ξεπερασμένα πρότυπα ζωῆς, ὅτι καί ἡ Ἐκκλησία ἐγκλωβίζει τή ζωή του σέ παρωχημένα σχήματα. Ἡ ἀλήθεια εἶναι τελείως διαφορετική.
Σᾶς προσκαλοῦμε νά μελετήσετε τρία κείμενα τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία συνῆλθε στήν Ὀρθόδοξη Ἀκαδημία Κρήτης τόν Ἰούνιο τοῦ ἔτους 2016: α) Ἡ ἀποστολή τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας εἰς τόν σύγχρονον κόσμον, β) Ἐγκύκλιος, γ) Μήνυμα τῆς Συνόδου πρός τόν Ὀρθόδοξο λαό καί κάθε ἄνθρωπο καλῆς θελήσεως. Σέ αὐτά τά πολύ σημαντικά κείμενα θά ἀνακαλύψετε τήν ἐπικαιρότητα καί τή σπουδαιότητα τῆς χριστιανικῆς πρότασης ζωῆς καί τήν ἀποστολή τῆς Ἐκκλησίας καί τόν ρόλο τῶν νέων στήν Ἐκκλησία καί τήν κοινωνία, ὡς κληρονόμων καί συνεχιστῶν μιᾶς μεγάλης παράδοσης ἀληθείας καί ἐλευθερίας. Οἱ εὐαισθησίες τῶν νέων, ἡ ροπή τους πρός δράση καί ὁ ἐνθουσιασμός τους, ἐμπλουτίζονται μέ νέα κίνητρα καί ὠθήσεις ἀπό τή συμμετοχή τους στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας.
Ἐκλεκτοί παρόντες,
Οἱ νέοι καί αἱ νέες θά βρεθοῦν στό ἐγγύς μέλλον καί στήν πορεία τῆς ζωῆς τους ἀπέναντι σέ συγκλονιστικές καί ἀνατρεπτικές ἐξελίξεις. Τό ἦθος εὐθύνης καί ἡ πιστότητα στίς βασικές ἀνθρωπιστικές ἀξίες, πού στή δική μας κουλτούρα παίρνουν ἔμφαση καί στήριξη ἀπό τή χριστιανική πίστη καί παράδοση, θά παραμείνουν καί τότε ἡ ἀξιολογική ἀφετηρία γιά νά ἀντιμετωπισθοῦν οἱ προκλήσεις καί οἱ ἐξελίξεις αὐτές μέ δημιουργικό τρόπο, μέ βάση τήν ἀλήθεια καί τό καλῶς ἐννοούμενο συμφέρον. Ἡ ἀντίσταση σέ ὁρισμένες τάσεις καί ἐξελίξεις οὐδόλως σημαίνει ὁλική ἀπόρριψη τοῦ πολιτισμοῦ. Μάλλον δηλώνει γνήσιο ἐνδιαφέρον γιά τήν πρόοδο, ἡ ὁποία δέν χτίζεται ἐπάνω στά ἐρείπεια τοῦ παρελθόντος.
Στό κείμενο τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου «῾Ὑπέρ τῆς τοῦ κόσμου ζωῆς᾿. Τό κοινωνικό ἦθος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας» σημειώνεται εὔστοχα: «Σέ κανένα ἄλλο πεδίο τῆς ἀνθρώπινης δραστηριότητας δέν εἶναι ἡ τεχνολογική ἀνάπτυξη τόσο πρόδηλη καί εὐπρόσδεκτη, ὅσο στίς ἰατρικές ἐπιστήμες. Ἡ ἐφεύρεση φαρμάκων, ἀντιβιοτικῶν, ἐμβολίων, θεραπειῶν ἀκόμη καί γιά τίς σοβαρότερες ἀσθένειες, ἀποτελοῦν ἰδιαίτερα λαμπρά ἐπιτεύγματα τῆς ἀνθρώπινης δημιουργικότητας καί, ὡς ἐκ τούτου, ἰδιαίτερα πολύτιμα δῶρα τά ὁποῖα προέρχονται ἀπό τόν Θεό. Παρόλα αὐτά, ἡ ταχύτητα μέ τήν ὁποία οἱ ἰατρικές ἐπιστῆμες σήμερα ἀναπτύσσουν, δοκιμάζουν καί χρησιμοποιοῦν τίς νέες τεχνολογίες καί θεραπεῖες, συχνά ἐπισκιάζει τόν ἠθικό προβληματισμό καί τήν πνευματική διάσταση. Ὁλοένα καί περισσότερο, ἡ Ἐκκλησία θά πρέπει νά ἐπιχειρεῖ νά ἐξετάζει καί νά ἀξιολογεῖ χωριστά κάθε νέα ἐμφανιζομένη ἰατρική καινοτομία, ἐνῶ ὁρισμένες φορές ὀφείλει νά ἐξετάζει καί τίς χρήσεις αὐτῶν τῶν καινοτομιῶν ἀνά περίπτωση» (§ 69).
Ἔχει γραφῆ, ὅτι ἡ συζήτηση γιά τά σύγχρονα βιοηθικά διλήμματα μεταξύ Ἐκκλησίας καί Ἐπιστήμης θυμίζει γιά τήν Ἐκκλησία τήν ἀντιπαράθεση μέ τίς ἐπαναστάσεις στόν χῶρο τῶν φυσικῶν ἐπιστημῶν, πού συνδέονται μέ τό ὄνομα τοῦ Νεύτωνος καί τοῦ Δαρβίνου. Θεωροῦμε ὅτι μία τέτοια προοπτική δέν ὠφελεῖ οὔτε τίς σχέσεις πίστης καί ἐπιστήμης, οὔτε τήν ὑπόθεση ἀντιμετώπισης τῶν βιοηθικῶν προβλημάτων. Πίστη καί ἐπιστήμη εἶναι εὐεργετικές δυνάμεις γιά τόν ἄνθρωπο. Ἡ συνεργασία τους ὑπόσχεται ἕνα μέλλον μεστό προσδοκίας. Εἶναι ἀδιανόητο καί ἀλυσιτελές ἡ πίστη νά ἀντιμετωπίζῃ μέ καχυποψία τήν ἐπιστημονική γνώση καί ἡ ἐπιστήμη νά συνδέῃ τό μέλλον μόνον μέ τή δική της πρόοδο.
Μπορεῖ ἡ ζωή μας νά παρατείνεται, δέν ἀποκτᾶ ὅμως αὐτομάτως βαθύτερο νόημα. Μπορεῖ νά γνωρίζουμε τί εἶναι βιολογικά ὁ θάνατος, ὅμως μέ αὐτή τή γνώση δέν γεφυρώνεται μέσα μας ἡ «ὑπαρξιακή ἀντίφαση»μεταξύ ζωῆς καί θανάτου. Μπορεῖ νά ἔχει μελετηθῆ ἐπιστημονικά σέ βάθος ἡ ἀνθρώπινη ἐπιθετικότητα καί τά αἴτιά της, ἀλλά μέ αὐτό δέν λύθηκε τό πρόβλημα τοῦ κακοῦ, πού εἶναι ριζωμένο στήν ἀνθρώπινη ἐλευθερία. Δέν ὑπάρχει μόνο μετρήσιμη πραγματικότητα. Ὑπάρχει ἡ «διάστασις τοῦ βάθους» τῶν πραγμάτων», τό μυστήριο, τό νόημα, ἡ ὀμορφιά. Τά ῾θαύματα᾽ τῆς ἐπιστήμης δέν ἐξαφάνισαν τίς ἀπορίες τῆς ἐλευθερίας μας. Ἡ φιλοσοφία συνεχίζει νά στοχάζεται τό Καθόλου, νά τρέφεται ἀπό τό θαυμάζειν καί ἀπό τούς διχασμούς τοῦ «πολυτροπωτάτου» καί «ποικιλωτάτου» ἀνθρώπου. Θέλγει ἡ τέχνη, ἡ ὁποία μεγαλώνει τό μυστήριο τοῦ κόσμου. Ὑπάρχει ὁ θρησκευτικός συγκλονισμός ἀπέναντι στό mysterium tremendum et fascinans, ἡ πίστη στόν προσωπικό Θεό, ἡ μακαρία ἀγάπη, ἡ «οὐ καταισχύνουσα» ἐλπίς. Ὑπάρχει ἡ Ἐκκλησία, ἡ «κοινωνία θεώσεως», ἡ παρουσία καί ἡ εἰκών τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, γιά νά μεταμορφώνῃ ἐνεργά τήν ἱστορία, ὄχι ἁπλῶς γιά νά ἀκολουθῇ τήν πορεία της.
Εἴμαστε βέβαιοι, ὅτι σημαντικό ρόλο στόν χῶρο τῆς ἀντιμετώπισης τῶν ὑπαρξιακῶν διλημμάτων θά κληθοῦν νά διαδραματίσουν οἱ θρησκεῖες. Μέ τίς θρησκεῖες συνδέονται οἱ πιό φωτεινές πλευρές τῆς ὕπαρξής μας, ἡ φιλανθρωπία καί ἡ διακονία, ἡ θρησκευτική τέχνη, ἡ ἐλπίς τῆς αἰωνιότητος, ὁ σεβασμός τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου, βαθειά ἀνθρωπολογική γνώση. Εἶναι γεγονός, ὅτι οἱ θρησκεῖες τροφοδότησαν, καί τό πράττουν καί σήμερα, τή διάσπαση, τόν φονταμενταλισμό καί τή βία ἐν ὀνόματι τοῦ Θεοῦ. Αὐτό ὅμως δέν εἶναι ἡ οὐσία τους, ἀλλά ἔκφραση τῆς ἀλλοτρίωσής τους. Συνεπῶς, τό δίλημμα γιά τήν ἀνθρωπότητα δέν μπορεῖ νά εἶναι «θρησκεία ἤ ὄχι», ἀλλά «τί εἴδους θρησκεία;». Τό ζητούμενο εἶναι ἡ θρησκεία νά συμβάλλῃ στήν ἀνύψωση τοῦ ἀνθρώπου, στήν ἀνάδειξη τοῦ αἰωνίου προορισμοῦ του, στήν εἰρήνη καί τήν καταλλαγή.
Ἐπανερχόμενοι στόν χῶρο τῆς Ἐκκλησίας καί στήν ποιμαντική της μέριμνα γιά τή νέα γενεά, σημειώνουμε ὅτι αὐτή εἶναι καί σήμερα κλήση καί πρόταση πρός τή νέα γενεά γιά συμμετοχή στήν ἐκκλησιαστική ζωή, ὅπου θά βρίσκῃ στήριξη καί προοπτική αἰωνιότητος. Στό πλαίσιο αὐτό ἐντάσσεται καί ἡ ἀντιμετώπιση τῶν βιοηθικῶν διλημμάτων. Ἡ δεκτικότητα τοῦ πιστοῦ γιά ποιμαντική στήριξη στίς ὁριακές καταστάσεις συναρτᾶται μέ τή συνολική σχέση του μέ τή ζωή τῆς Ἐκκλησίας καί τήν ἐνεργή συμμετοχή του σέ αὐτή. Πάντοτε ἡ ποιμαντική φροντίδα τῆς Ἐκκλησίας ἀπευθύνεται, μέ εὐαισθησία καί διάκριση, πρός τό συγκεκριμένο πρόσωπο, τόν πλησίον, τόν ἀδελφόν, καί ποτέ πρός ἀπρόσωπα ἄτομα. Δέν ὑπάρχει γενική, ἀφηρημένη καί ἀπρόσωπη ποιμαντική.
Μέ ἀυτές τίς σκέψεις, ἐκφράζουμε τά συγχαρητήριά μας πρός τούς διοργανωτές, τούς εἰσηγητές καί ὅλους τούς συντελεστές τοῦ Συνεδρίου. Χαιρόμαστε ἰδιαιτέρως γιά τό εὖρος τῆς θεματικῆς τῶν εἰσηγήσεων.
Ἀπευθύνουμε πρός ὅλους σας τίς προσωπικές μας εὐχές γιά τά Χριστούγεννα καί ἐπικαλούμαστε, διά τῶν πρεσβειῶν τῆς Παναγίας τῆς Παμμακαρίστου καί τῶν νεωστί καταταγέντων εἰς τό Ἁγιολόγιον τῆς Ἐκκλησίας Ὁσίας μητρός ἡμῶν Γαβριηλίας καί τῶν Ὁσίων Πατέρων ἡμῶν Γερβασίου Παρασκευοπούλου καί Ἀθανασίου Χαμακιώτου, γιά ἐσᾶς καί τούς ἀγαπημένους σας, τή χάρη καί τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ τῶν θαυμασίων.