Την έναρξη των εργασιών του Διεθνούς Θεολογικού Συνεδρίου με τίτλο: “Θεολογική Παρακαταθήκη και Οικουμενική Προοπτική: Συνέδριον εις μνήμην του Μητροπολίτου Περγάμου Ιωάννου Δ. Ζηζιούλα”, κήρυξε το απόγευμα της Τρίτης, 5 Νοεμβρίου 2024, η Α.Θ. Παναγιότης ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος.
“Καλωσορίζομεν εγκαρδίως πάντας υμάς εις το διεθνές τούτο Συνέδριον, τους ελθόντας εκ του εξωτερικού και τους εκ της Βασιλευούσης, διά να τιμήσωμεν ομοθυμαδόν την μνήμην και την προσφοράν του μακαριστού αδελφού Μητροπολίτου Περγάμου Ιωάννου, του μεγάλου θεολόγου, καθηγητού και Ακαδημαικού, εις την Εκκλησίαν, εις την ιεράν επιστήμην και εις τον πνευματικόν πολιτισμόν. Ιδιαιτέρως ευχαριστούμεν τους εισηγητάς, οι οποίοι θα μας παρουσιάσουν κεντρικάς πτυχάς του έργου του τιμωμένου, ο οποίος συνέβαλε καταλυτικώς εις την λειτουργίαν της θεολογίας ως «θεολογίας εν διαλόγω», πιστοποιήσας έργω και λόγω, ότι αυτή δύναται να διαλεχθή δημιουργικώς με τον σύγχρονον κόσμον, τον πολιτισμόν και την επιστήμην, πιστή εις την Παράδοσιν των Μεγάλων Πατέρων της Εκκλησίας, οι οποίοι μας εκληροδότησαν το πρότυπον της ανοικτής και διαλεγομένης θεολογίας. Γράφει ο αείμνηστος αδελφός: «Ο,τι ήταν για τον κόσμο των Πατέρων της Εκκλησίας η ύστερη ελληνική φιλοσοφία, ένας κόσμος δηλαδή με τον οποίον έπρεπε να διαλεχθούν και να τον μεταμορφώσουν, είναι για τη σημερινή Ορθοδοξία ο καλπάζων τεχνικός πολιτισμός της εποχής μας. Η σημερινή οικουμένη κυριαρχείται από τα επιτεύγματα του δυτικού πολιτισμού, τα οποία εκτείνονται από τις κατακτήσεις της τεχνολογίας μέχρι τα άγχη της μοναξιάς και της αποπροσωποποιήσεως των ανθρώπων, που εκφράζει τόσο τραγικά η σύγχρονη τέχνη σε όλες τις μορφές της. Σ’ αυτόν τον κόσμο πρέπει να σκύψει η σύγχρονη Ορθοδοξία με ρωμαλεότητα στοχασμού και με ευαισθησία, ώστε να μεταμορφώσει τις σύγχρονες φιλοσοφίες και ιδεολογίες και να περισώσει το πρόσωπο και την ελευθερία του από τη δίνη του ευδαιμονισμού. Και η Ορθοδοξία έχει πολλές δυνάμεις για ένα τέτοιο εγχείρημα. Κρυμμένες στη λειτουργική και την ασκητική εμπειρία της Ορθοδοξίας οι δυνάμεις αυτές μπορούν να ελευθερωθούν και να διαλεχθούν δημιουργικά με τον σύγχρονο πολιτισμό για να τον μεταμορφώσουν. Η Ορθοδοξία αποτελεί την ελπίδα του κόσμου στη σημερινή κρίσιμη εποχή».”
Στην ομιλία του ο Οικουμενικός Πατριάρχης αναφέρθηκε με έμφαση στο ότι πολλοί δυτικοί θεολόγοι “ενώπιον της διεισδυτικής, παραδοσιακής και επικαίρου σκέψεως του Μητροπολίτου Περγάμου, απέβαλον την ταύτισιν της Ορθοδοξίας με αδυναμίαν συναντήσεως με τον σύγχρονον κόσμον και εστράφησαν οι ίδιοι, διά μέσου της αξιοποιήσεως της θεολογίας του Περγάμου, εις την μελέτην των θησαυρών της Ορθοδόξου ημών παραδόσεως.”
Σε άλλο σημείο ο Οικουμενικός Πατριάρχης επισήμανε:
“Ανεκτίμητος υπήρξεν η προσφορά του Μητροπολίτου Περγάμου κατά την προετοιμασίαν και την τελικήν και καθοριστικήν φάσιν της πορείας προς την πραγματοποίησιν της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Ορθοδόξου Εκκλησίας τον Ιούνιον του έτους 2016 εν Κρήτη. Τομή εις την σύγχρονον ιστορίαν του Οικουμενικού Πατριαρχείου απετέλεσεν ο θεσμός των Συνάξεων των Ορθοδόξων Προκαθημένων, ο οποίος προώθησε την διορθόδοξον συνεργασίαν και επετάχυνε την σύγκλησιν της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου. Δεν είναι τυχαίον ότι η Προεδρία της Διορθοδόξου Προπαρασκευαστικής Επιτροπής της πρώτης Συνάξεως Ορθοδόξων Προκαθημένων εν Φαναρίω, το 1992, ανετέθη εις τον Μητροπολίτην Περγάμου. Τόσον καθ’ οδόν προς την Σύνοδον της Κρήτης, όσον και κατά τας συνοδικάς εργασίας ο μακαριστός αδελφός ήτο ο χαρισματικός θεολογικός σύμβουλος της ημών Μετριότητος. Καθοριστικαί υπήρξαν αι παρεμβάσεις του εις την τελικήν διαμόρφωσιν του προαναφερθέντος κειμένου, καθ’ όλην την μακράν συζήτησιν κυρίως επί του θέματος της χρήσεως του όρου «Εκκλησία» διά τους μη Ορθοδόξους, αλλά και εις άλλα σημεία του κειμένου. Αδιάψευστον μαρτυρίαν περί της θεολογικής εμβριθείας του μακαριστού αδελφού αποτελούν τα Πρακτικά της Συνόδου.
Ενθυμούμεθα την παρέμβασιν του Μητροπολίτου Περγάμου, όταν συνεζητείτο το θέμα της χρήσεως ή μη του όρου «πρόσωπον» και της προτάσεως αντικαταστάσεώς του υπό της λέξεως «άνθρωπος» εις το κείμενον Η αποστολή της Ορθοδόξου Εκκλησίας εις τον σύγχρονον κόσμον. Σας παρουσιάζομεν την καθοριστικήν παρέμβασίν του, χάρις εις την οποίαν τελικώς παρέμεινεν ο όρος «ανθρώπινον πρόσωπον» εις το σημαντικόν αυτό συνοδικόν κείμενον, περί του οποίου έχει λεχθή ότι «η Αγία και Μεγάλη Σύνοδος θα άξιζε να συγκληθή και μόνον διά να συζητήση αυτό το κείμενον». Είπεν ο Περγάμου: «Το ερώτημα αυτήν την στιγμήν είναι, εάν επιτρέπεται ή, θα έλεγον, εάν επιβάλλεται εις το προ ημών κείμενον να χρησιμοποιηθή ο όρος ‘πρόσωπον᾽. Ελέχθη ότι πρέπει να καταργηθή πλήρως από το λεξιλόγιόν μας ο όρος, επειδή ωρισμένοι τον χρησιμοποιούν κακώς. Νομίζω ότι δεν πρέπει να το πράξωμεν, διότι, επειδή τον χρησιμοποιούμεν καθημερινώς, είναι πολύ σημαντικόν ότι θα πρέπει να απευθυνθώμεν εις τον κόσμον εις την γλώσσαν, την οποίαν χρησιμοποιεί. Εις την ζωήν των ανθρώπων, ο όρος ‘πρόσωπον᾽ είναι πολύ σημαντικός, εκείνο δε το οποίον θα ήθελον να τονίσω ιδιαιτέρως είναι ότι εάν καταργήσωμεν τον όρον τούτον, εις τον διάλογόν μας με τους επιστήμονας, κυρίως εις θέματα βιοηθικής, θα έχωμεν τεράστιον πρόβλημα, διότι διά τους επιστήμονας, ο άνθρωπος δεν είναι τίποτε άλλο ει μη εν ζώον. Εάν δεχθώμεν και ημείς την άποψιν αυτήν, τότε δεν δυνάμεθα να υπερασπισθώμεν την ιερότητα του ανθρώπου, παρά μόνον εάν διακρίνωμεν τον όρον ‘άνθρωπος᾽ από τον όρον ‘πρόσωπον᾽. Η διάκρισις αυτή υπάρχει ήδη εις την επιστημονικήν γλώσσαν και συνεπώς η χρήσις του όρου είναι απαραίτητος εις εν συνοδικόν κείμενον, το οποίον απευθύνεται εις το ευρύτερον κοινόν… Ο αείμνηστος Φλωρόφσκυ έχει γράψει ότι η μεγαλυτέρα συμβολή της Πατερικής θεολογίας εις τον κόσμον είναι η έννοια του ‘προσώπου᾽. Δεν είναι λοιπόν δυνατόν να καταργήσωμεν τον όρον αυτόν, επειδή ημπορεί να χρησιμοποιηθή κακώς υφ’ ωρισμένων και να οδηγήση εις αιρέσεις κ.λπ. Επιμένω, Παναγιώτατε, ότι η απάλειψις του όρου τούτου μας δημιουργεί μεγάλο πρόβλημα εις την σχέσιν μας με τους επιστήμονας, με τον έξω κόσμον, η δε Ορθόδοξος Εκκλησία δεν δύναται να κλείση την επικοινωνίαν της με τον έξω κόσμον, με το επιχείρημα ότι θα περιπέσωμεν εις φιλοσοφίαν αντί διά θεολογίαν, αι οποίαι δεν είναι τόσον συγκρουόμεναι. Εάν συγκρούωνται τοιουτοτρόπως, τότε ουδένα δυνάμεθα να έχωμεν διάλογον μετά των άλλων, πλην μεθ’ ωρισμένων θεολόγων μεταξύ ημών. Επομένως, θεωρώ ότι το θέμα αυτό είναι σοβαρόν και, κατά την γνώμην μου, τα επιχειρήματα, τα οποία ηκούσθησαν εναντίον, ουδεμίαν έχουν σχέσιν με την χρήσιν του όρου εν ευρυτέρα εννοία»”.
Ο Παναγιώτατος, επεσήμανε ότι “η ευχαριστιακή εκκλησιολογία του Περγάμου, αξιοποίησις, εμβάθυνσις και ακραιφνής διατύπωσις της βιβλικής και πατερικής εκκλησιολογικής παραδόσεως, αποτελεί τιμαλφεστάτην συμβολήν της Ορθοδόξου Θεολογίας εις τον σύγχρονον παγκόσμιον θεολογικόν διάλογον”. Και πρόσθεσε ότι με αναφορά στη Θεία Ευχαριστία ο αείμνηστος Ιεράρχης του Θρόνου ανέπτυξε την θεολογική οικολογία. “Η οικολογική ευαισθησία και η έμπρακτος μέριμνα διά την προστασίαν του φυσικού περιβάλλοντος είναι προέκτασις της ευχαριστιακής ταυτότητος της Εκκλησίας και του ασκητικού ήθους, μαρτυρουμένη ως ευχαριστιακή χρήσις της δημιουργίας. Η Ορθόδοξος εκκλησιαστική ζωή είναι «εφηρμοσμένη οικολογία»”, σημείωσε ο Πατριάρχης.
“Εις το διηνεκές, η θεολογική οικολογία θα έχη την σφραγίδα του Περγάμου Ιωάννου. Ουδεμία συζήτησις περί της συμβολής του Χριστιανισμού εις το θέμα της προστασίας του φυσικού περιβάλλοντος δύναται να αγνοήση την συμβολήν και τας θέσεις του.
Βίωμα ευχαριστιακοκεντρικόν, ορίζων της ζωής, της σκέψεως και της ελπίδος του μακαριστού Μητροπολίτου είναι και η εσχατολογία του, ζώπυρον και τροφοδότης όλης της θεολογίας του, αναντικατάστατος παρακαταθήκη διά τας επερχομένας γενεάς, έναυσμα και τροφή διά γόνιμον θεολογικήν συζήτησιν, κτήμα ες αεί διά την ιεράν επιστήμην. «Η εσχατολογία δεν είναι απλώς μία διδασκαλία. Είναι εις προσανατολισμός, μία προοπτική, εις τρόπος υπάρξεως. Δεν αφορά μόνον εις το μέλλον· εγγίζει επίσης το παρελθόν ως και το παρόν μας». Αυταί είναι αι πρώται γραμμαί της Εισαγωγής του σπουδαίου έργου του Περγάμου, εκδοθέντος μετά την κοίμησίν του, με τίτλον «Remembering the Future. Toward an Eschatological Ontology».
Ο μακαριστός αδελφός επανέφερεν εις το κέντρον της Ορθοδόξου θεολογίας την εσχατολογίαν, αναπτύξας την σχετικήν αυθεντικήν οπτικήν και διδασκαλίαν και ασκήσας κριτικήν εις τας τάσεις θεολογικής και υπαρξιακής περιθωριοποιήσεως της δευτέρας και ενδόξου παρουσίας του Κυρίου εν τω πλαισίω της Ορθοδοξίας.”
Ολοκληρώνοντας την ομιλία του ο Παναγιώτατος τόνισε:
“Η Αγία του Χριστού Μεγάλη Εκκλησία σεμνύνεται, ευλογηθείσα υπό του Θεού να έχη εις τας τάξεις των επισκόπων της τον υψιπέτην αετόν της θεολογίας Μητροπολίτην Περγάμου Ιωάννην, τον δυναμικόν εκπρόσωπόν της εις τας οικουμενικάς συναντήσεις, τον χαλκέντερον διαπραγματευτήν, ο οποίος εκαλείτο να αναλάβη δυσκόλους εκκλησιαστικάς αποστολάς, τον οξυνούστατον πρωτεργάτην και πρόεδρον εις τας Προσυνοδικάς Πανορθοδόξους Διασκέψεις και Ειδικάς Επιτροπάς. Εκαλείτο να εκφέρη την εκκλησιολογικήν του άποψιν επί τρεχόντων σημαντικών εκκλησιαστικών ζητημάτων, όπερ πάντοτε έπραττεν επισταμένως και μετά θεολογικής εμβριθείας. Αι κατατεθειμέναι εις το Αρχείον της περί ημάς Αγίας και Ιεράς Συνόδου εισηγήσεις, γνωμοδοτήσεις, εκθέσεις, παρεμβάσεις και άλλα σημαντικά κείμενά του, αποτελούν τιμαλφεστάτην θεολογικήν παρακαταθήκην διά την Μεγάλην Εκκλησίαν.
Ο μακαριστός αδελφός έτρεφε μέγαν σεβασμόν προς το Οικουμενικόν Πατριαρχείον και την εκκλησιολογικήν του ταυτότητα. Υπεγράμμιζε την συμβολήν του εις την πανορθόδοξον ενότητα, εις τον διαχριστιανικόν και διαθρησκειακόν διάλογον, την αντίστασίν του εις τας εθνοφυλετικάς τάσεις εντός της Ορθοδοξίας, την προσφοράν του εις τον παγκόσμιον πολιτισμόν και την σύγχρονον μαρτυρίαν του ενώπιον των σημείων των καιρών.
Ο μακαριστός αδελφός απέδειξεν ότι η αυθεντική θεολογική εργασία είναι μία από «τις πιο συναρπαστικές περιπέτειες του ανθρωπίνου πνεύματος». Δεν είναι τυχαίον ότι τα κείμενά του χαρακτηρίζονται από μίαν ασύγκριτον επικαιρότητα. Τοποθετούν την αλήθειαν της πίστεώς μας εις την συνάφειαν του παρόντος, ζωντανά τεκμήρια, ότι «δεν υπάρχει δόγμα της Εκκλησίας μας που να μην έχει κάτι να πεί για τα πραγματικά προβλήματα του ανθρώπου». Η θεολογική παρακαταθήκη του Περγάμου είναι η «διαλεγομένη θεολογία», η οποία ερμηνεύει την Παράδοσιν της Εκκλησίας με υπαρξιακούς όρους εντός του εκάστοτε ιστορικού πλαισίου, μία θεολογία με διπλήν αναφορικότητα: την πιστότητα εις την Αλήθειαν και την ανοικτοσύνην.
Κατακλείοντες, υποκλινόμεθα ενώπιον του μεγαλείου και της εκκλησιαστικής και θεολογικής προσφοράς του μακαριστού αδελφού. Τον ευγνωμονούμεν, δεόμενοι του Κυρίου της ζωής και του θανάτου, όπως αναπαύη την ψυχήν αυτού εν Χώρα Ζώντων και σκηναίς δικαίων εν τη παμφώτω και όλως αναστασίμω Βασιλεία των Εσχάτων, όπου, ως εκείνος εθεολόγει, η Θεία Ευχαριστία θα είναι «το μόνο εκκλησιαστικό γεγονός που θα επιβιώσει».”
Το Συνέδριο, που διοργανώνεται από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, σε συνεργασία με την Ακαδημία Θεολογικών σπουδών Βόλου και το Κέντρο Ορθοδόξων Χριστιανικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Fordham (Η.Π.Α.), θα ολοκληρωθεί την Πέμπτη, 7 Νοεμβρίου 2024.
______
- Ολόκληρο το κείμενο της Εισηγήσεως του Οικουμενικού Πατριάρχου μπορείτε να το διαβάσετε ΕΔΩ.
- Τις εργασίες του Συνεδρίου μπορείτε να παρακολουθήσετε μέσω της σελίδας Ecumenical Patriarchate στο FB, αλλά και στο YouTube πατώντας ΕΔΩ.
______
Φωτό: Νίκος Παπαχρήστου