Ο Παναγιώτατος προεξήρχε της Θείας Λειτουργίας για την εκατονταετηρίδα της Ι.Μητροπόλεως Πολυανής και Κιλκισίου
Η Α.Θ. Παναγιότης ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος, ο οποίος επισκέπτεται από το μεσημέρι του Σαββάτου το Κιλκίς, προεξήρχε της Θείας Λειτουργίας, για την επέτειο της εκατονταετηρίδος της Ι. Μητροπόλεως Πολυανής και Κιλκισίου, την Κυριακή, 22 Σεπτεμβρίου 2024, στον Ι. Μητροπολιτικό Ναό Μεταμορφώσεως του Σωτήρος, συλλειτουργούντων των Σεβ. Μητροπολιτών Πολυανής και Κιλκισίου κ. Βαρθολομαίου, Σμύρνης κ. Βαρθολομαίου, Σιδηροκάστρου κ. Μακαρίου,, Λήμνου κ. Ιεροθέου, Αιτωλίας και Ακαρνανίας κ. Δαμασκηνού και Δράμας κ. Δωροθέου.
Εκκλησιάστηκαν, ο Σεβ. Μητροπολίτης Δημητριάδος και Αλμυρού κ. Ιγνάτιος, εκπρόσωπος του Μακ. Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος, κληρικοί, Άρχοντες Οφφιικιάλιοι της Μ.τ.Χ.Ε., ο Υφυπουργός Εσωτερικών (Μακεδονίας – Θράκης) κ. Κωνσταντίνος Γκιουλέκας, ο Αντιπρόεδρος της Βουλής των Ελλήνων κ. Γεώργιος Γεωργαντάς, ως εκπρόσωπος του Προέδρου του Κοινοβουλίου, ο επίτιμος Πρόεδρος του Ελεγκτικού Συνεδρίου και τ. υπηρεσιακός Πρωθυπουργός κ. Ιωάννης Σαρμάς, ο Αντιπεριφερειάρχης Π.Ε. Κιλκίς Εντιμ. κ. Ανδρέας Βεργίδης, στελέχη του Στρατού και των Σωμάτων Ασφαλείας, Αυτοδιοικητικοί παράγοντες, εκπρόσωποι πολιτιστικών και κοινωνικών φορέων, και πλήθος πιστών.
Στην ομιλία του, ο Πατριάρχης, αναφέρθηκε στην τιμώμενη επέτειο, την οποία χαρακτήρισε “κορυφαίον ορόσημον της ζωής και ιστορίας της τοπικής Εκκλησίας”, και, στη συνέχεια, επισήμανε, μεταξύ άλλων, τα εξής:
“Γνωρίζομεν καλώς τας μεγάλας ιστορικάς περιπετείας της περιοχής, αι οποίαι εστοίχισαν εις πολύ αίμα χριστιανικόν, αλλά και εις εδάφη τα οποία έκπαλαι υπήρχον τμήμα αναπόσπαστον της εκκλησιαστικής ταύτης περιφερείας, της επισκοπικής έδρας δυστυχώς συμπεριλαμβανομένης. Γνωρίζομεν τους αγώνας και τας μεγάλας θυσίας του τοπικού πληθυσμού προκειμένου να παραμείνη πιστός εις την Ορθοδοξίαν και την μητέρα του Εκκλησίαν της Κωνσταντινουπόλεως, όταν η προπαγάνδα του τότε βουλγαρικού σχίσματος δια της βίας των όπλων και δι’ απεριγράπτων ωμοτήτων και ραδιουργιών επεχείρει λυσσωδώς να σφετερισθή εκκλησιαστικώς και εθνικώς την Μακεδονίαν και τον λαόν της, της επαρχίας ταύτης ευρεθείσης εις το κέντρον των φρικαλεοτήτων. Γνωρίζομεν επίσης την θεοφιλή εμμονήν του εμπεριστάτου πιστού λαού εις την πατρώαν ευσέβειαν όταν, παραλλήλως προς τας βουλγαρικάς πιέσεις, η δυτική προπαγάνδα της Ουνίας, την φοβεράν αναστάτωσιν εκμεταλλευομένη, προσεπάθησε να εξουνιτίση τον λαόν του τόπου, χωρίς ευτυχώς επιτυχίαν. Η Μήτηρ Εκκλησία από του μαρτυρικού Φαναρίου παρηκολούθει ανυστάκτως και με υψηλόν αίσθημα ευθύνης τα κατά τους χαλεπούς εκείνους και αργαλέους δια το Γένος και την Εκκλησίαν καιρούς συμβαίνοντα ενταύθα και, πέραν των εκτενών προσευχών της, απέστελλεν ως Ποιμενάρχας αξίους Αρχιερείς υψηλής περιωπής και εγνωσμένης ευφυΐας, ανδρείας, εργατικότητος, διπλωματικότητος και λοιπών προσόντων, όσον και άκρας πιστότητος εις τα ιδεώδη του Γένους, οι οποίοι στηριζόμενοι, ενισχυόμενοι και καθοδηγούμενοι υπό του Ιερού Κέντρου, του Φαναρίου, εβάστασαν με στιβαράς χείρας τον σταυρόν του ποιμνίου των και αντεπεξήλθον επιτυχώς εις τας πολλάς πνευματικάς, εκπαιδευτικάς, κοινωνικάς και εθνικάς ανάγκας του. Ευλαβώς τιμώμεν τους διωγμούς, τας αιχμαλωσίας και πολλάς ταλαιπωρίας που υπέστησάν τινες εξ αυτών, μάλιστα δε ο Φώτιος ο Μαδυτινός και ο Ιωακείμ Β΄ ο Σμυρνιώτης. Παραλλήλως, η Μήτηρ Εκκλησία δεν έπαυεν υψούσα προς πάσαν κατεύθυνσιν ισχυράν φωνήν εναγωνίου διαμαρτυρίας δια τας πληγάς των τέκνων της και κρούουσα επιμόνως τας θύρας των ισχυρών των ημερών εκείνων υπέρ των απαραγράπτων δικαίων των. Μελετώντες προσεκτικώς τας σελίδας του τότε υπό του Πατριαρχείου εκδιδομένου επισήμου εβδομαδιαίου αυτού περιοδικού υπό τον τίτλον «Εκκλησιαστική Αλήθεια», δύνασθε να ψηλαφήσετε την αγωνίαν και τους αγώνας της όντως Εθναρχούσης ακόμη τότε Μητρός Εκκλησίας υπέρ υμών ενταύθα των Μακεδόνων και υπέρ του Γένους ολοκλήρου!”
Ο Παναγιώτατος υπενθύμισε ότι μετά την καταστροφή του 1922 πλήθος προσφύγων εγκαταστάθηκε στην περιοχή του Κιλκίς, οι οποίοι έφεραν μαζί τους, εκτός από την δυστυχία και την αιφνιδιαστική απόλυτη φτώχεια τους, ένα σπουδαίο και ανεκτίμητο πλούτο. “Την ευγένειαν της καταγωγής των, την αρχοντιάν των, την ευφυΐαν των, το φιλότιμόν των, την εργατικότητά των, το πείσμα των δια μίαν σύντομον και έντιμον αναδημιουργίαν και ευδοκίμησιν εις τας νέας εστίας των.”, είπε ο Πατριάρχης, και πρόσθεσε: “Προπαντός όμως έφεραν την υποδειγματικήν των ευσέβειαν και προσήλωσιν εις τα ιερά και τα όσια της Εκκλησίας και του Γένους! Έφεραν τας θεοφιλείς παραδόσεις των, τα ιερά λείψανα των Αγίων και τα σεπτά εικονίσματά των.” Ενταύθα μάλιστα οι εκ Στρωμνίτσης ελθόντες Χριστιανοί έφεραν τους Αγίους Πεντεκαίδεκα Μάρτυρας της Τιβεριουπόλεως και την τιμίαν χείρα ενός εξ αυτών, του Αγίου Ιερομάρτυρος Πέτρου.”
Σε άλλο σημείο της ομιλίας του, ο Παναγιώτατος είπε:
“Δια της από 4ης Σεπτεμβρίου 1928 σεπτής Πατριαρχικής και Συνοδικής Πράξεως η διοίκησις της Μητροπόλεως Πολυανής και Κιλκισίου, καθώς και των λοιπών των λεγομένων Νέων Χωρών, δια λόγους καιρικούς, ανετέθη εις την αγιωτάτην Εκκλησίαν της Ελλάδος, διατηρουμένου του επ’ αυτής ανωτάτου κανονικού δικαιώματος του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Τούτου ένεκεν, προς τοις άλλοις, ο κατά καιρούς Ιερώτατος Μητροπολίτης μνημονεύει κανονικώς του ονόματος του Οικουμενικού Πατριάρχου και θεωρείται μέλος της σεπτής Ιεραρχίας του Οικουμενικού Θρόνου, όσον και εκείνης της Εκκλησίας της Ελλάδος. Είσθε λοιπόν ένας ιερός χρυσούς κρίκος που συνδέει την Μητέρα Εκκλησίαν με την αγιωτάτην αδελφήν Εκκλησίαν της Ελλάδος. Συναφώς επιθυμούμεν να γνωρίζετε ότι η θέσις σας τόσον εις την καρδίαν, όσον και εις τας προσευχάς μας είναι πάντοτε διακεκριμένη και παρακαλούμεν και σεις να προσεύχεσθε εκτενώς υπέρ ημών, που αγωνιζόμεθα να κρατήσωμεν τας Θερμοπύλας μας εις την Θεοτοκοσκέπαστον Πόλιν του Κωνσταντίνου, την Βασιλεύουσαν της Ορθοδοξίας. Η πνευματική, κοινωνική, επαγγελματική, επιστημονική και λοιπή πρόοδος και ευδοκίμησίς σας θα είναι πάντοτε δι’ ημάς αιτία πολλής χαράς και εγκαυχήσεως εν Κυρίω! Προτρεπόμεθα δε πατρικώς εν αγάπη να μας έρχεσθε όποτε δύνασθε εις το μαρτυρικόν Φανάρι, κληρικοί και λαϊκοί, ευλαβείς προσκυνηταί της Μητρικής σας οικίας, να λαμβάνετε την ευλογίαν της Παμμακαρίστου Υπεραγίας Θεοτόκου και των εν Βυζαντίω διαλαμψάντων και αιωνίως λαμπόντων εν Χριστώ τω Θεώ πολλών Αγίων, Μαρτύρων, Ομολογητών, Πατέρων, Πατριαρχών και Οσίων, παλαιών και νεωτέρων, να αναβαπτίζεσθε εις την πνευματικήν κολυμβήθραν της Ρωμιοσύνης και εις του Βοσπόρου τ’ Αγιονέρια και να αρύεσθε νάματα ζωής από την ευσεβή πηγήν του Γένους!”
Προηγουμένως, τον Παναγιώτατο προσφώνησε με θερμούς λόγους ο Ποιμενάρχης Σεβ. Μητροπολίτης κ. Βαρθολομαίος, επισημαίνοντας, μεταξύ άλλων, τα εξής:
“Εκ βάθους καρδίας εξομολογούμεθα Υμίν ότι εν τω προσωπω Υμων Παναγιωτατε Δεσποτα κατανοουμεν το βαθυτατον περιεχομενον της γνωστης φρασεως, διά της οποίας οι βυζαντινοί Αυτοκρατορες Βασιλειος ο Μακεδων και Λεων ο Σοφος προσδιοριζουσι τον Πατριάρχην· «Ο Πατριάρχης εστιν εικων ζωσα Χριστού και εμψυχος, δι’ εργων και λογων χαρακτηριζουσα την αληθειαν».
Ως εκ τουτου, και ημείς θεωρούμεν Υμας ως ζωσαν και εμψυχον εικονα του Χριστού. Ως τον προασπιστην των δογματων και της αληθείας της Εκκλησιας· ως τον φυλακα των αποστολικων και πατερικων παραδοσεων της Αγιας ημων Ορθοδοξου Πίστεως· και διά τουτο Σας ευχαριστούμεν και Σας ευγνωμονούμεν. Προσέτι, Σας ευχαριστούμεν διά τους ατρύτους κοπους και τους αγωνας εις τους οποίους υποβαλλεσθε χαριν του Ευαγγελιου του Χριστού. Σας ευχαριστούμεν διά την σπουδην και την αγωνιαν Σας να διαφυλαχθη η Εκκλησια του Χριστού εν τω συνδεσμω της ειρηνης και της αγαπης, διά της ενότητος της πιστεως και της κοινωνιας του Αγιου Πνεύματος. Σας ευχαριστούμεν διά τους μοχθους τους οποίους καταβαλατε διά την Συγκλησιν της Αγίας και Μεγάλης Συνοδου της Κρητης, του έτους 2016, επι τω σκοπω ρυθμισεως ζητηματων αφορωντων εις την ζωην της Εκκλησιας.
Σας ευχαριστούμεν, τελος, «παλιν και πολλακις» διά την εν μεσω ημων παρουσιαν Σας, διά της οποίας χαίρομεν «χαρα ανεκλαλητω», δοξαζοντες τον Θεον ημών, ο Οποίος μας καταξιωνει αυτης της μεγιστης ευλογιας.”
Μετά την Απόλυση, ο Παναγιώτατος, σε ανάμνηση της επισκέψεώς του αποκάλυψε εντοιχισμένη πλάκα στην είσοδο του Ναού.
Το μεσημέρι, ο Οικουμενικός Πατριάρχης μετέβη στην Ιερά Μονή Αγίου Γεωργίου Λόφου, όπου ομίλησε προς τον Ιερό Κλήρο και τους μοναχούς της Μητροπόλεως Πολυανής και Κιλκισίου.
Τον Παναγιώτατο προσφώνησε ο Ποιμενάρχης της τοπικής Εκκλησίας, ο οποίος ανέφερε ότι η Ιερά Μητρόπολη Πολυανής και Κιλκισίου έχει καλούς, ευσεβείς, φιλοτίμους και εργατικούς Κληρικούς, οι οποίοι “αγαπούν και σέβονται το ποίμνιόν των και ανταγαπώνται υπό των ευσεβών Χριστιανών μας, απολαμβάνοντες τιμής και σεβασμού”.
Στην ομιλία του ο Πατριάρχης επεσήμανε, μεταξύ άλλων, τα εξής:
“Ο ιερεύς, ως το κατ’ εξοχήν μίμημα του Χριστού εις τον κόσμον τούτον, δύναται να φέρη εις πέρας το έργον αυτού διά της ταπεινοφροσύνης, «σκοπών μη τα εαυτού, αλλά και τα ετέρων». Προσδέχεται τους προσεγγίζοντας αυτόν, όχι ως παραμορφωμένους εκ της αμαρτίας και των παθών του κόσμου, αλλά καθώς ούτοι δύνανται να αναδειχθούν διά της χάριτος του Θεού, φωτόμορφα τέκνα του Πνεύματος Αυτού. Διά τον πεπτωκότα νούν φαίνεται παράδοξος η θεώρησις των άλλων κατ᾽ αυτόν τον τρόπον. Παρά ταύτα, είναι εφικτή, όταν ο ιερεύς, ο μοναχός, και εν γένει ο πιστός έχουν γνώσιν του εσχάτου προορισμού τον οποίον έθεσεν ο Θεός διά τον άνθρωπον προ χρόνων αιωνίων.
Συμφώνως προς τον λόγον του ασάρκου εισέτι Λόγου του Θεού προς τον Ιακώβ, όταν ο άνθρωπος γίνεται ισχυρός εν τη σχέσει αυτού μετά του Θεού, καθίσταται τότε ισχυρός και εις την σχέσιν αυτού μετά των άλλων ανθρώπων. Υπερασπίζεται τα δικαιώματα του Θεού προς τους ανθρώπους, αλλά πρεσβεύει ωσαύτως υπέρ της σωτηρίας πάντων και της ενότητος παντός του πληρώματος της αμιάντου Εκκλησίας του Χριστού. Το γεγονός ότι η καρδία αυτού έχει οικοδομηθή ως «Χριστού κατοικητήριον» δεν είναι ουδέτερον, αλλά αντανακλάται εις πάσαν έκφανσιν της πολιτείας αυτού και της συναναστροφής αυτού εν μέσω των άλλων ανθρώπων. Αι θλίψεις και οι πειρασμοί δεν καταβάλλουν αυτόν. «Πάντα ισχύει εν τω ενδυναμούντι αυτόν Χριστώ».
Ο ιερεύς, διά της αγιαστικής διακονίας αυτού, αποβαίνει φορεύς της ιεράς Παραδόσεως και του χριστοειδούς ήθους, συνεχιστής της αγίας ζωής, η οποία χαρακτηρίζει τα μέλη της Εκκλησίας. Είναι μέτοχος της μαρτυρικής ιερωσύνης του Χριστού και κληρονόμος των χαρισμάτων των κατακοσμούντων αυτήν. Είναι το «άλας της γης».”
Ο Παναγιώτατος, στο τέλος της ομιλίας του, αναφέρθηκε στη διαχρονική διακονία του Οικουμενικού Πατριαρχείου για την ενίσχυση της πανορθόδοξης ενότητας, κάτι για το οποίο και ο ίδιος προσωπικά, όπως είπε, εργάστηκε με αφοσίωση από την αρχή της Πατριαρχίας του, συγκαλώντας συνάξεις των Προκαθήμενων των κατά τόπους Ορθοδόξων Αυτοκεφάλων Εκκλησιών. Αναφέρθηκε δε στη σύγκληση της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου, που πραγματοποιήθηκε στην Κρήτη το 2016, στην οποία, όπως είπε, είχαν συμφωνήσει όλες οι Αυτοκέφαλες Εκκλησίες, αν και τέσσερις από αυτές, προβάλλοντας διάφορες δικαιολογίες αρνήθηκαν την τελευταία στιγμή να λάβουν μέρος. Επίσης, μίλησε και για την απονομή του καθεστώτος Αυτοκεφαλίας στην Εκκλησία της Ουκρανίας και στην αντίδραση του Πατριαρχείου Μόσχας, χωρίς να παραλείψει να εκφράσει και την βαθιά λύπη του για την στάση της Εκκλησίας της Ρωσσίας μετά την εισβολή των ρωσικών στρατιωτικών δυνάμεων στην Ουκρανία και για τον αιματηρό πόλεμο που εξελίσσεται στην περιοχή. Ολοκληρώνοντας την ομιλία του αναφέρθηκε στα ελπιδοφόρα μηνύματα και τις ευοίωνες προοπτικές για την επαναλειτουργία της “σιωπηλής” από το 1971 Ιεράς Θεολογικής Σχολής της Χάλκης, εκφράζοντας την ευχή και την ελπίδα σύντομα να ανοίξει τις πύλες της και να δεχθεί τους πρώτους σπουδαστές.
Στη συνέχεια, στον περίβολο της Μονής, όπου βρίσκονται οι τάφοι των μακαριστών Μητροπολιτών Απόστολου και Εμμανουήλ, ο Πατριάρχης τέλεσε τρισάγιο υπέρ αναπαύσεως των ψυχών όλων των αειμνήστων Μητροπολιτών Πολυανής και Κιλκισίου, ενώ σε ανάμνηση της επισκέψεώς του φύτευσε ένα μικρό κυπαρίσσι.
Το απόγευμα, ο Παναγιώτατος επισκέφθηκε τον Ι. Ναό Αγίου Δημητρίου, όπου τον υποδέχθηκαν με πολλή αγάπη δεκάδες χαριτωμένα μικρά παιδιά, νέες και νέοι που συμμετέχουν στα Κατηχητικά της Ενορίας. Αφού προσκύνησε την παλαιά εικόνα και απότμημα του λειψάνου του Μυροβλύτου Αγίου, το οποίο έφεραν μαζί τους οι πρόσφυγες στο Κιλκίς, τέλεσε τον Αγιασμό των εγκαινίων του Κειμηλιαρχείου και του Κέντρου Νεότητος της Ενορίας.
Τον Παναγιώτατο καλωσόρισε ο Πανοσιολ. Αρχιμανδρίτης κ. Επιφάνιος Θεοδωρίδης, Ιερατικώς Προϊστάμενος του Ναού, ο οποίος αναφέρθηκε στην ιστορία της Ενορίας, αλλά και στη δημιουργία του Κειμηλιαρχείου και του Κέντρου Νεότητος, η οποία κατέστη δυνατή με την συνδρομή δωρητών εκ της τοπικής κοινωνίας.
Ο Πατριάρχης, στην ομιλία του, υπογράμμισε τη σημασία της κατηχήσεως και πρόσθεσε:
“«Χριστός και Γένος μας χρειάζονται», έλεγεν ο μέγας επανευαγγελιστής και εθναπόστολος Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, ο οποίος αφιέρωσε την ζωήν του εις την κατήχησιν του λαού, την διατήρησιν της πίστεώς του, και τον φωτισμόν και την σωτηρίαν του, και την εσφράγισε με τον μαρτυρικόν του θάνατον. Αδιαλείπτως δε ετόνιζε την ανάγκην της παιδείας, μιάς παιδείας χριστοκεντρικής και ευαγγελικής, και μέχρι το μαρτύριόν του δεν έπαυεν ιδρύων σχολεία.
Εν τω πλαισίω τούτω, επαινούμεν την φιλότιμον και επαινετήν προσπάθειαν διά την ανάδειξιν της πνευματικής, ιστορικής και λοιπής εκκλησιαστικής κληρονομίας της Ενορίας ταύτης διά της οργανώσεως Κειμηλιαρχείου, ώστε οι νέοι μας και το ποίμνιον γενικώτερον, να εμπνέωνται διά το παρόν και το μέλλον μέσα από την σπουδήν των αληθειών του παρελθόντος.
Και εάν θησαυρός και κειμήλια είναι τα έξοχα δημιουργήματα του ανθρωπίνιου νοός, ενεργούντος πάντοτε τη Χάριτι του Κυρίου διά του φωτισμού του Αγίου Πνεύματος, δεν πρέπει να λησμονώμεν ότι το κατ’ εξοχήν κειμήλιον και ο ατίμητος θησαυρός είναι αι νεανικαί υπάρξεις. Η νεότης έχει ανάγκην παιδείας στοργικής, παιδείας αληθούς ελευθερίας εν παρρησία και εν λόγω Θεού διδασκομένης. Και η Εκκλησία του Χριστού, διά του κατηχητικού της λόγου, καλεί τους νέους φιλοστόργως να συμμετέχουν ενσυνειδήτως και ενεργώς εις την ζωήν της. Αυτή είναι και η Πατριαρχική παράκλησις και προτροπή μας προς τους κατηχητάς.”
Στη συνέχεια ο Παναγιώτατος περιηγήθηκε στους χώρους του Κειμηλιαρχείου και του Κέντρου Νεότητος, στην αίθουσα εκδηλώσεως του οποίου παρακολούθησε μία σύντομη ταινία με τις δραστηριότητες των Κατηχητικών της Ενορίας και στη συνέχεια τα παιδιά τραγούδησαν για τον Πατριάρχη. Στο τέλος, ο Παναγιώτατος έδωσε σε όλα τα παιδιά και τους κατηχητές τους, την ευλογία και την πατρική ευχή του μαζί με σταυρουδάκια και άλλα αναμνηστικά, ενώ συνεχάρη τον Αρχιμανδρίτη κ. Επιφάνιο, Πρωτοσύγκελλο της Μητροπόλεως, και τους συνεφημερίους του για το επιτελούμενο έργο στη Ενορία.
________
Φωτό: Νίκος Παπαχρήστου / Οικουμενικό Πατριαρχείο